Mittwoch, 26. Mai 2010
ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ ΠΟΝΤΙΩΝ ΚΑΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
Το όνειρο χρόνων για ένα μνημείο της Γενοκτονίας του λαού μας στην πόλη των Τρικάλων, επιτέλους έγινε πραγματικότητα.
Το Μνημείο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας στήθηκε στην Πλατεία Προσφυγικού Συνοικισμού , στην περιοχή εκείνη των Τρικάλων που δέχθηκε και στέγασε τους πρώτους πρόσφυγες το 22, ενώ μέχρι σήμερα, συνεχίζουν και ζουν εκεί πολλές οικογένειες προσφυγικής καταγωγής.
Η Κυριακή 23 Μαΐου 2010, ημέρα των αποκαλυπτηρίων του από τον δήμαρχο κύριο Ταμήλο Μιχάλη, ήταν μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία του συλλόγου μας με διττή σημασία.
Από την μία είδαμε κόπους χρόνων να γίνονται πραγματικότητα. Ζώντας μακριά από τον κυρίως προσφυγικό κορμό, με όσες δυσκολίες αυτό συνεπάγεται, ο σύλλογος μας δραστηριοποιείται στην τοπική κοινωνία με στόχο την συνοχή του προσφυγικού στοιχείου, την στήριξη της ταυτότητας του αλλά και την ανάδειξη του πολιτισμικού του πλούτου. Το Μνημείο ήρθε ως η φυσική κατάληξη της δράσης αυτής, προσφέροντας τη χαρά της αναγνώρισης του έργου του συλλόγου.
Σε μια δεύτερη και ουσιαστικότερη ανάγνωση, το Μνημείο αυτό, αποτελεί μια άλλη αναγνώριση: αυτής του Δικαίου του Προσφυγικού πληθυσμού. Ένα Δίκαιο που δυστυχώς δεν αναγνωρίστηκε στους προσφυγικούς πληθυσμούς της πρώτης γενιάς . Έλληνες στην Τουρκία, «τουρκόσποροι» στην Ελλάδα, οι άνθρωποι αυτοί έζησαν και έφυγαν σαν Ξένοι. Σαν τάχα αυτοί να έφταιγαν που ληστεύθηκαν, βιάστηκαν, δολοφονήθηκαν διώχθηκαν και εξορίστηκαν. Σε μια Ελλάδα που έμοιαζε να θέλει ξεχάσει , αυτοί ήταν οι ζωντανές αποδείξεις του Δράματος που έπρεπε να εξοβελιστούν από το συλλογικό ασυνείδητο. Σήμερα τα Μνημεία που στήνονται ως ενθυμήματα των όσων πέρασαν αποτελούν την ηθική δικαίωση τους.
Μιας ηθικής δικαίωσης που δε σταματά σε έναν πέτρινο κόμβο στο μέσο μιας πλατείας . Περνά όμως μέσα από αυτόν για να συνεχίσει στα χρόνια και στις γενιές που έρχονται την πορεία της προς την Πλήρωση: τη Διεθνή Αναγνώριση της Γενοκτονίας του Λαού μας.
Η Εύξεινος Λέσχη αισθάνεται την υποχρέωση να ευχαριστήσει δημόσια όλους όσους συνέβαλλαν στο να στηθεί το Μνημείο της Γενοκτονίας στα Τρίκαλα:
Ευχαριστεί θερμά τον Δήμο Τρικκαίων και τον δήμαρχο Μιχάλη Ταμήλο που όλα αυτά τα χρόνια στάθηκε δίπλα στο σύλλογο και στο δίκαιο αίτημα του.
Επίσης θερμά και από καρδιάς ευχαριστεί και τον κατασκευαστή του Μνημείου κύριο Φαλτάκα Αθανάσιο, που χωρίς αυτόν και τη δραστική συμβολή του, το Μνημείο θα παρέμενε, κενό γράμμα σε δημόσια έγγραφα.
Για τη συμμετοχή τους στην εκδήλωση αλλά και για τη συνεχή παρουσία τους ως αρωγούς στο πλευρό του συλλόγου ευχαριστεί τη Μητρόπολη Τρίκκης και Σταγών που στο πρόσωπο του Μητροπολίτη κκ Αλέξιου η ΕΛ έχει βρει ηθικό και πνευματικό συμπαραστάτη στο έργο της, την Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Τρικάλων καθώς και τη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Τρικάλων που η συμμετοχή της στις εκδηλώσεις του συλλόγου, συγκινεί ιδιαίτερα .
Με τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου, έκλεισε ο κύκλος εκδηλώσεων για την «Ημέρα Μνήμης» της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου που ξεκίνησε στις 14 Μαίου με την κεντρική εκδήλωση του συλλόγου όπου παραβρέθηκε και μίλησε ο ιστορικός κύριος Βλάσσης Αγτζίδης , συνεχίστηκε στις 19 Μάιου με αιμοδοσία, περίπτερο επικοινωνίας που έστησε η Νεολαία με σκοπό να επικοινωνήσει με το Τρικαλινό κοινό και συμμετοχή στην Κεντρική εκδήλωση της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος στην Πλατεία Αγίας Σοφίας, στη Θεσσαλονίκη.
Σαββίδου Λένα
Υπεύθυνη Τύπου και Δημοσίων σχέσεων ΕΛ Τρικάλων.
Dienstag, 25. Mai 2010
ΣΤΙΓΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ (29 ΜΑΙΟΥ 1453).Του Νίκου Γρηγοριάδη
«Τέλος πάντων την 29 Μαΐου 1453 είδεν η Δύσις εκπληρούμενον τον σκοπόν, τον οποίον προ εξακοσίων ετών λυσσωδώς επεδίωκεν. Εν μέσω των καθημαγμένων ερειπίων της κλασικής των σχισματικών Ελλήνων πρωτευούσης υπερηφάνως πλέον εκυμάτιζεν η τροπαιοφόρος του Μωάμεθ σημαία». Αυτό είναι το νηφάλιο αλλά ταυτόχρονα τόσο τραγικό συμπέρασμα του μεταγενέστερου Ιστορικού.
Ας δούμε όμως τα «τελευταία λεπτά » της άνισης εκείνης αναμέτρησης. Δυο κόσμοι στην τελικής τους πολεμική σύγκρουση. Είναι το τελευταίο πολεμικό συμβούλιο στο οποίο ο Μωάμεθ διευκρινίζει τις κινήσεις που θα πρέπει να κάνουν οι στρατιωτικοί του. Ήταν αποφασισμένος να κάμψει την αντίσταση των λίγων υπερασπιστών - φαντασμάτων της Πόλης. Τα είπε όλα. Τα κατέγραψε ο ιστορικός. Τώρα πια θα έκοβε το νήμα της ζωής της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας(Βυζάντιου). Τον τελευταίο Αυτοκράτορα σε λίγο θα ενταφίαζε η Ιστορία και θα υμνούσε ο θρύλος. Εκείνες τις στιγμές ο Μοιραίος θα περνούσε από τα τελευταία δραματικά δευτερόλεπτα στην Πύλη στην αιώνια «Πτώσης της Πόλης».
Είπε λοιπόν ο Μωάμεθ:
« Άνδρες φίλοι και κοινωνοί του τωρινού αγώνα, σας μάζεψα όλους εσάς εδώ
Γιατί…
…πρώτο, σε αυτή την πόλη υπάρχει μεγάλος και ποικίλος πλούτος μαζεμένος στα ανάκτορα του βασιλιά, στα παλάτια των δυνατών και εν μέρει στα ιδιωτικά σπίτια.
Ο πιο καλός και πιο μεγάλος όμως φυλάγεται στις εκκλησίες…
Όλα αυτά θα είναι δικά σας.
Δεύτερο, ζουν σε αυτοί την πόλη πάρα πολλοί άρχοντες και αριστοκράτες από τους οποίους άλλοι μεν θα γίνουν σκλάβοι σας και άλλοι θα είναι για πούλημα.
Έχει και πάρα πολλές γυναίκες πολύ όμορφες, νεαρές και με όμορφα πρόσωπα και παρθένες σε ηλικία γάμου…
και υπάρχουν και πάρα πολλά αγόρια πολύ όμορφα και ευγενή…που προσφέρουν απόλαυση στο μάτι και δίνουν ταυτόχρονα χαρά , ηδονή και απόλαυση….
Όλα αυτά θα τα απολαύσετε και θα ευχαριστηθείτε σαν να βρισκόσαστε σε ένα μεγάλο συμπόσιο και θα αφήσετε και στα παιδιά σας μεγάλα πλούτη.
Το πιο σπουδαίο, όμως, είναι ότι θα κατακτήσετε μια πόλη της οποίας η δόξα έχει διαδοθεί σε όλον τον κόσμο….
Το κυριότερο όμως είναι ότι (με την κατάληψη της) θα εξουδετερώσουμε μια πόλη(την Κωνσταντινούπολη), που από την αρχή έτρεφε εχθρικά αισθήματα εναντίον μας, που πάντα εκμεταλλεύονταν τις αδυναμίες μας και με κάθε τρόπο επιβουλεύθηκε το κράτος μας και ότι από δω και πέρα θα διασφαλίσουμε τα δικά μας αγαθά, θα ζούμε σε απόλυτη ειρήνη και ασφάλεια από τον γείτονα εχθρό και θα ανοίξουμε μια πόρτα για τα περαιτέρω…Καλή τύχη …»
Αυτή η στρατηγική πόρτα των δύο ηπείρων από τότε άνοιξε για τους Οθωμανούς και έκλεισε για τους Βυζαντινούς.
Η σωρεία λανθασμένων επιλογών, η ευνοιοκρατία, το θρησκευτικό μίσος , ο δογματισμός, η άλωση και υποταγή στους Λατίνους αλλά κυρίως η αδυναμία κσυγχρονισμού του συστήματος Εξουσίας και χίλιοι διάφοροι άλλοι λόγοι έφεραν σταθερά και αργά το τέλος στην Αυτοκρατορία που ανέτειλε, μεσουράνησε , έζησε για 1000 χρόνια και έδυσε την 29 Μαΐου 1453.
Σε λίγο το εκκρεμές της Iστορίας χτύπησε. Ο ιστορικός χρόνος για τους Βυζαντινούς σταμάτησε λίγο πριν την αυγή…για τους Οθωμανούς συνεχίζει να χτυπάει….
Μπήκαν στην Πόλη οι εχθροί της νικητές...
«ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ»…
«Και εδουλώθημεν» …θα γράψει επιγραμματικά στην « ΧΑΡΤΑ» ο Ρήγας.
ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ
Ας δούμε όμως τα «τελευταία λεπτά » της άνισης εκείνης αναμέτρησης. Δυο κόσμοι στην τελικής τους πολεμική σύγκρουση. Είναι το τελευταίο πολεμικό συμβούλιο στο οποίο ο Μωάμεθ διευκρινίζει τις κινήσεις που θα πρέπει να κάνουν οι στρατιωτικοί του. Ήταν αποφασισμένος να κάμψει την αντίσταση των λίγων υπερασπιστών - φαντασμάτων της Πόλης. Τα είπε όλα. Τα κατέγραψε ο ιστορικός. Τώρα πια θα έκοβε το νήμα της ζωής της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας(Βυζάντιου). Τον τελευταίο Αυτοκράτορα σε λίγο θα ενταφίαζε η Ιστορία και θα υμνούσε ο θρύλος. Εκείνες τις στιγμές ο Μοιραίος θα περνούσε από τα τελευταία δραματικά δευτερόλεπτα στην Πύλη στην αιώνια «Πτώσης της Πόλης».
Είπε λοιπόν ο Μωάμεθ:
« Άνδρες φίλοι και κοινωνοί του τωρινού αγώνα, σας μάζεψα όλους εσάς εδώ
Γιατί…
…πρώτο, σε αυτή την πόλη υπάρχει μεγάλος και ποικίλος πλούτος μαζεμένος στα ανάκτορα του βασιλιά, στα παλάτια των δυνατών και εν μέρει στα ιδιωτικά σπίτια.
Ο πιο καλός και πιο μεγάλος όμως φυλάγεται στις εκκλησίες…
Όλα αυτά θα είναι δικά σας.
Δεύτερο, ζουν σε αυτοί την πόλη πάρα πολλοί άρχοντες και αριστοκράτες από τους οποίους άλλοι μεν θα γίνουν σκλάβοι σας και άλλοι θα είναι για πούλημα.
Έχει και πάρα πολλές γυναίκες πολύ όμορφες, νεαρές και με όμορφα πρόσωπα και παρθένες σε ηλικία γάμου…
και υπάρχουν και πάρα πολλά αγόρια πολύ όμορφα και ευγενή…που προσφέρουν απόλαυση στο μάτι και δίνουν ταυτόχρονα χαρά , ηδονή και απόλαυση….
Όλα αυτά θα τα απολαύσετε και θα ευχαριστηθείτε σαν να βρισκόσαστε σε ένα μεγάλο συμπόσιο και θα αφήσετε και στα παιδιά σας μεγάλα πλούτη.
Το πιο σπουδαίο, όμως, είναι ότι θα κατακτήσετε μια πόλη της οποίας η δόξα έχει διαδοθεί σε όλον τον κόσμο….
Το κυριότερο όμως είναι ότι (με την κατάληψη της) θα εξουδετερώσουμε μια πόλη(την Κωνσταντινούπολη), που από την αρχή έτρεφε εχθρικά αισθήματα εναντίον μας, που πάντα εκμεταλλεύονταν τις αδυναμίες μας και με κάθε τρόπο επιβουλεύθηκε το κράτος μας και ότι από δω και πέρα θα διασφαλίσουμε τα δικά μας αγαθά, θα ζούμε σε απόλυτη ειρήνη και ασφάλεια από τον γείτονα εχθρό και θα ανοίξουμε μια πόρτα για τα περαιτέρω…Καλή τύχη …»
Αυτή η στρατηγική πόρτα των δύο ηπείρων από τότε άνοιξε για τους Οθωμανούς και έκλεισε για τους Βυζαντινούς.
Η σωρεία λανθασμένων επιλογών, η ευνοιοκρατία, το θρησκευτικό μίσος , ο δογματισμός, η άλωση και υποταγή στους Λατίνους αλλά κυρίως η αδυναμία κσυγχρονισμού του συστήματος Εξουσίας και χίλιοι διάφοροι άλλοι λόγοι έφεραν σταθερά και αργά το τέλος στην Αυτοκρατορία που ανέτειλε, μεσουράνησε , έζησε για 1000 χρόνια και έδυσε την 29 Μαΐου 1453.
Σε λίγο το εκκρεμές της Iστορίας χτύπησε. Ο ιστορικός χρόνος για τους Βυζαντινούς σταμάτησε λίγο πριν την αυγή…για τους Οθωμανούς συνεχίζει να χτυπάει….
Μπήκαν στην Πόλη οι εχθροί της νικητές...
«ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ»…
«Και εδουλώθημεν» …θα γράψει επιγραμματικά στην « ΧΑΡΤΑ» ο Ρήγας.
ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΟΝΤΙΩΝ-Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος Σύνδεσμος Ποντιακών ΣωματείωνΝότιας Ελλάδος και Νήσων
Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος
Σύνδεσμος Ποντιακών ΣωματείωνΝότιας Ελλάδος και ...ΝήσωνΝοταρά 45 & Μετσόβου 30, Αθήνα
Τηλ. 210 5231966 Fax: 210 5221950 email: info@psomiadion.gr
Αρ. πρωτ. 28 Αθήνα 25/5/2010
Προς: Τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΛΑΜΙΔΑ
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Ο Σύνδεσμος Ποντιακών Σωματείων Νότιας Ελλάδος και Νήσων της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος βαθύτατα ανησυχεί για την αναψηλάφηση, από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, της δίκης των ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής, γνωστής ως δίκη των εξ.
Το ζήτημα του αιτήματος, από τους απογόνους, της αναψηλάφησης είναι απολύτως κατανοητό σε ανθρώπινο επίπεδο.
Όμως τυχόν «αθώωσή» τους επαναφέρει το αίσθημα του αποκλεισμού της προσφυγικής μνήμης από την επίσημη ιστορία της Ελλάδας, αναθεωρεί και διαστρεβλώνει την ιστορία οξύνοντας τα πολιτικά πάθη και αποτελεί για εμάς τους Πόντιους αλλά και όσους έλκουν την καταγωγή από την καθ’ ημάς Ανατολή άκρως προσβλητική ενέργεια κατά ημών των ιδίων αλλά και της συλλογικής μας μνήμης.
Ίσως σε εκείνη την δίκη να διέφυγαν κάποιοι της κρίσης της δικαιοσύνης, όπως επίσης σίγουρα δεν συμπεριελήφθησαν στο κατηγορητήριο και άλλα εγκλήματα εις βάρος του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας όπως η ψήφιση από την τότε κυβέρνηση του νόμου 2670/1922 και των σχετικών βασιλικών διαταγμάτων που απαγόρευαν την είσοδο στην Ελλάδα των Ελλήνων της Ιωνίας παραδίδοντάς τους έτσι έρμαια στο σπαθί των Τούρκων εθνικιστών.
Ογδόντα οκτώ χρόνια μετά η προσπάθεια αθώωσης των πρωταιτίων, που εξαιτίας της πολιτικής τους το ελληνικό έθνος υπέστη τη μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του, θεωρείται από εμάς ιταμή πρόκληση και απαράδεκτη σπίλωση της μνήμης των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών μας από τον τούρκικο εθνικισμό.
Δεν δύναται μέσω της αναψηλάφησης να παραχαράσσεται η Ιστορία από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας και να μην υπάρχουν ένοχοι για εκείνο το μέγα έγκλημα.
Κάνουμε έκκληση στον Άρειο Πάγο να μην προχωρήσει σε μια τέτοια άστοχη ενέργεια και να αφήσει την όποια απόφαση στην αδέκαστη κρίση της ιστορίας.
Ενέργεια που ούτε δικτατορικά καθεστώτα στη χώρα μας αποτόλμησαν.
Άλλως, προστατεύοντας τη μνήμη των προγόνων μας, θα μας βρει παντελώς αντίθετους καθ’ οιονδήποτε νόμιμο τρόπο.
Με εκτίμηση
Για το Δ.Σ
Ο Πρόεδρος Η Γ. Γραμματέας
Σαββίδης Ιωάννης Ερμίδου Γεωργία
Σύνδεσμος Ποντιακών ΣωματείωνΝότιας Ελλάδος και ...ΝήσωνΝοταρά 45 & Μετσόβου 30, Αθήνα
Τηλ. 210 5231966 Fax: 210 5221950 email: info@psomiadion.gr
Αρ. πρωτ. 28 Αθήνα 25/5/2010
Προς: Τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΛΑΜΙΔΑ
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Ο Σύνδεσμος Ποντιακών Σωματείων Νότιας Ελλάδος και Νήσων της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος βαθύτατα ανησυχεί για την αναψηλάφηση, από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, της δίκης των ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής, γνωστής ως δίκη των εξ.
Το ζήτημα του αιτήματος, από τους απογόνους, της αναψηλάφησης είναι απολύτως κατανοητό σε ανθρώπινο επίπεδο.
Όμως τυχόν «αθώωσή» τους επαναφέρει το αίσθημα του αποκλεισμού της προσφυγικής μνήμης από την επίσημη ιστορία της Ελλάδας, αναθεωρεί και διαστρεβλώνει την ιστορία οξύνοντας τα πολιτικά πάθη και αποτελεί για εμάς τους Πόντιους αλλά και όσους έλκουν την καταγωγή από την καθ’ ημάς Ανατολή άκρως προσβλητική ενέργεια κατά ημών των ιδίων αλλά και της συλλογικής μας μνήμης.
Ίσως σε εκείνη την δίκη να διέφυγαν κάποιοι της κρίσης της δικαιοσύνης, όπως επίσης σίγουρα δεν συμπεριελήφθησαν στο κατηγορητήριο και άλλα εγκλήματα εις βάρος του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας όπως η ψήφιση από την τότε κυβέρνηση του νόμου 2670/1922 και των σχετικών βασιλικών διαταγμάτων που απαγόρευαν την είσοδο στην Ελλάδα των Ελλήνων της Ιωνίας παραδίδοντάς τους έτσι έρμαια στο σπαθί των Τούρκων εθνικιστών.
Ογδόντα οκτώ χρόνια μετά η προσπάθεια αθώωσης των πρωταιτίων, που εξαιτίας της πολιτικής τους το ελληνικό έθνος υπέστη τη μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του, θεωρείται από εμάς ιταμή πρόκληση και απαράδεκτη σπίλωση της μνήμης των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών μας από τον τούρκικο εθνικισμό.
Δεν δύναται μέσω της αναψηλάφησης να παραχαράσσεται η Ιστορία από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας και να μην υπάρχουν ένοχοι για εκείνο το μέγα έγκλημα.
Κάνουμε έκκληση στον Άρειο Πάγο να μην προχωρήσει σε μια τέτοια άστοχη ενέργεια και να αφήσει την όποια απόφαση στην αδέκαστη κρίση της ιστορίας.
Ενέργεια που ούτε δικτατορικά καθεστώτα στη χώρα μας αποτόλμησαν.
Άλλως, προστατεύοντας τη μνήμη των προγόνων μας, θα μας βρει παντελώς αντίθετους καθ’ οιονδήποτε νόμιμο τρόπο.
Με εκτίμηση
Για το Δ.Σ
Ο Πρόεδρος Η Γ. Γραμματέας
Σαββίδης Ιωάννης Ερμίδου Γεωργία
Montag, 24. Mai 2010
ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Στις 19 Μαϊου 1919 ξεκινά η αρχή του τέλους για τον Ελληνισμό του Πόντου. Μέσα στα
επόμενα χρόνια, η τρισχιλιετής παρουσία του ελληνικού στοιχείου στον μακρινό Πόντο
ξεριζώθηκε με τραγικό τρόπο.
Περισσότεροι από 353.000 άνθρωποι, πάνω από το 50% του πληθυσμού που ζούσε το 1913
στον Πόντο, βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς.
Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου δεν ολοκληρώθηκε όμως με τον άδικο χαμό χιλιάδων
Ελλήνων. Στην παγκόσμια ιστορία της ανθρωπότητας προστέθηκαν πολλές σκοτεινές σελίδες
που γράφτηκαν από τους επιζώντες και από τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στις πέντε
ηπείρους.
Η γενοκτονία συνεχίζει να υφίσταται όσο δεν αναγνωρίζεται από τον υπαίτιο, αφού „η άρνηση
της γενοκτονίας αναγνωρίζεται διεθνώς ως το τελικό στάδιό της, καλλιεργώντας ατιμωρησία
για τους πρωταγωνιστές και ανοίγοντας το δρόμο για μελλοντικές γενοκτονίες“.
Είναι εθνικό χρέος όλων μας να αγωνιστούμε ενωμένοι για τη διεθνή αναγνώριση των δεινών
που υπέστη ο Ποντιακός Ελληνισμός, για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας που
διεπράχθη εις βάρος του Ελληνισμού.
Στον καθημερινό αγώνα κατά της λήθης και στη διεκδίκηση της διεθνούς αναγνώρισης κάθε
πτυχής της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού συστρατεύονται όλοι οι φορείς της
Ομοσπονδίας μας: το αποδεικνύουν οι κοινές εκδηλώσεις μνήμης που έγιναν στις 16 Μαϊου
2010 στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, στη Βάδη Βυρτεμβέργη, στο Βερολίνο
και σε κάθε πόλη όπου δραστηριοποιούνται οι σύλλογοί μας. Το αποδεικνύουν οι ενημερώσεις
προς τα Κοινοβούλια των Ευρωπαϊκών χωρών, με στόχο την ευαισθητοποίησή τους.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από το Σουηδικό Κοινοβούλιο
φέτος κάνει την καρδιά όλων μας, που εδώ και δεκαετίες αγωνιζόμεθα για το θέμα, να χτυπά
πιο δυνατά. Δεν είναι τυχαία η επιτυχία του Συλλόγου Ελλήνων Ποντίων στη Στοκχόλμη, σε
συνεργασία με εξέχουσες προσωπικότητες της τοπικής κοινωνίας. Είναι αποτέλεσμα σκληρού
αγώνα, συνεχούς πίεσης και συντονισμένης ενημέρωσης. Ο αγώνας των αδελφών μας στη
Σουηδία καρποφόρησε.
Το παράδειγμα της Σουηδίας αποδεικνύει ότι με συντονισμένες ενέργειες μπορούμε να
φτάσουμε σε αυτό που όλοι επιθυμούμε, τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας που υπέστη
ο λαός μας.
Η δικτύωσή μας και η νέα γενιά σε όλο τον κόσμο μπορούν να αποτελέσουν την κινητήρια
δύναμη που θα μας πάει όλους εμπρός.
Ας θέσουμε ως στόχο μας το 2019!
Εκατό χρόνια μετά την ημερομηνία ορόσημο για τον Ελληνισμό του Πόντου και όλης της
Μικράς Ασίας. Στόχος μας ας είναι, μέσα στα επόμενα 9 χρόνια που έρχονται να
γνωστοποιήσουμε με ψυχραιμία και σύγχρονο τρόπο τα δεινά του λαού μας. Χωρίς κραυγές
αγωνίας και εθνικιστικών εξάρσεων αλλά με σισύφεια υπομονή, να κάνουμε γνωστό στην
κοινωνία που ζούμε ό,τι συνέβη.
Κάθε χρόνο, σε καθορισμένα σημεία να γίνονται παγκοσμίως εκδηλώσεις και να δημιουργηθεί
ένας κεντρικός ιστότοπος που θα παρουσιάζουν με σύγχρονα μέσα αλλά και ύφος τα
γεγονότα.
Η μνήμη είναι από τα προτερήματα της ζωής. Είναι αυτή που αναδεικνύει την ιστορία και το
παρελθόν μας και ταυτόχρονα οδηγεί τα βήματά μας, σχηματίζοντας το μέλλον.
Εμείς οι Έλληνες του Πόντου θα συνεχίσουμε με τον ίδιο ζήλο και με την αξιοποίηση των
νέων μέσων την ανάδειξη του παρελθόντος.
ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ ΠΟΝΤΙΩΝ ΚΑΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Την Παρασκευή 14 Μαΐου 2010 και ώρα 20:30μμ πραγματοποιήθηκε η Κεντρική εκδήλωση της Ευξείνου Λέσχης Τρικάλων στο Δημοτικό Κινηματοθέατρο του Μύλου Ματσόπουλου για την ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Ως κεντρικός ομιλητής παραβρέθηκε ο Ιστορικός κύριος Βλάσης Αγτζίδης, ο οποίος έχει τιμηθεί με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για την « Ιστορία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου « (1995), καθώς και με Εύφημο Μνεία (δις) του ΥΠΕΞ για τη συμμετοχή του στην επιχείρηση απεγκλωβισμού των Ελλήνων της Αμπχαζίας από την εμπόλεμη περιοχή (1993), και για την οργάνωση του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού (1996). Η ομιλία του, μεστή νοημάτων , είχε ως θέμα: τη γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής και τη διαχείριση του γεγονότος από τη "μητέρα-πατρίδα".
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης η Εύξεινος Λέσχη απέτισε φόρο τιμής στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κκ Αλέξιο για την επί σειρά ετών αρωγή που προσφέρει τόσο ο ίδιος όσο και η Ιερά Μητρόπολης στο σύλλογο. Η αντιφώνηση του Μητροπολίτη ήταν ιδιαίτερα συγκινητική ιδιαίτερα στο σημείο εκείνο που αφορούσε τους πρόσφυγες και τα προβλήματα εγκατάσταση τους στην Ελλάδα, μιας και ο ίδιος έζησε σε περιοχές με έντονο το προσφυγικό στοιχείο κατά τα χρόνια πριν την ενθρόνιση του ως Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών.
Στην εκδήλωση συμμετείχε ο Βυζαντινός χορός του Σωματείου Ιεροψαλτών «Ιωάννης o Δαμασκηνός» και της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της
Ιεράς Μητρόπολης Τρίκκης και Σταγών, υπό τη διεύθυνση του κυρίου Πολυχρόνη Σ. Νταλάση. Ανάμεσα στους ύμνους που παρουσίασε ο Βυζαντινός χορός ήταν και το υπέροχο Μεγαλυνάριον της Θεοτόκου, «Άξιον εστίν ως αληθώς..», το
μελισθέν υπό του Ποντιακής καταγωγής Τριανταφύλλου Γεωργιάδη, μελοποιού, Πρωτοψάλτου και Μουσικοδιδασκάλου Τραπεζούντος, Τοποτηρητού Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και καθηγητού της Πατριαρχικής Μουσικής Σχολής.
Ο δικηγόρος κύριος Λέρας Αχιλλέας ανάγνωσε απόσπασμα από την ελεγεία “Στους ρυθμούς της Διασποράς” του Τρικαλινού συγγραφέα κυρίου Βάιου Φασούλα. Η Ελεγεία αφορά καταγεγραμμένες από τον ίδιο το συγγραφέα μαρτυρίες προσφύγων Πρώτης γενιάς σε έμμετρο λόγο.
Ο Σύλλογος Ποντίων φοιτητών Λάρισας παραβρέθηκε στην εκδήλωση και σε συνεργασία με την Εύξεινο Λέσχη παρουσίασαν Προσκλητήριο νεκρών των αγνοηθέντων από την Ελληνική Ιστορία, Ηρώων του Ποντιακού αντάρτικου.
Επίσης στα πλαίσια της εκδήλωσης προβλήθηκε και η ταινία μικρού μήκους «Pontos. The movie», του Ελληνοαυστραλού σκηνοθέτη Peter Stefanidis η οποία
επιλέχτηκε ανάμεσα σε χιλιάδες και πέρασε στον τελικό γύρο του Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, το 2008
Το ΔΣ της Ευξείνου Λέσχης Τρικάλων αισθάνεται την υποχρέωση να ευχαριστήσει όλους όσους τίμησαν με την συμμετοχή και την παρουσία τους την εκδήλωση και ιδιαίτερα τους αφανείς συντελεστές της, κύριο Νίκο Κουνάβα, Τεχνικό του Δημοτικού Κινηματοθεατρου του Μύλου Ματσόπουλου και κύριο Στέφανο Τζότζο που βιντεοσκόπησε για ακόμη μία χρονιά την εκδήλωση.
Donnerstag, 20. Mai 2010
Της Μαριάννας Φωτιάδου
Η χρήση της ζίπκας πριν και μετά την εγκατάσταση των Ποντίων στο ελεύθερο ελληνικό κράτος
Μαριάννα Φωτιάδου
Φοιτήτρια τμήματος Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξεινίων χωρών του Δ.Π.Θ.
Η ζίπκα είναι η λαϊκή φορεσιά που χρησιμοποιούν οι χορευτικές ομάδες των ποντιακών πολιτιστικών συλλόγων κατά την παρουσίαση των παραδοσιακών τους χορών. Παρά τη διαδεδομένη χρήση της συγκεκριμένης ενδυμασίας από τους πολιτιστικούς συλλόγους, ο ενδυματολογικός αυτός τύπος δεν είχε καθολική χρήση στο Μικρασιατικό Πόντο. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάδειξη της συγκεκριμένης ενδυμασίας ως παραδοσιακή ανδρική ενδυμασία των Ποντίων οι οποίοι προσεγγίζονται παρακάτω.
Οι πρόσφυγες από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασής τους στον ελλαδικό χώρο, οργανώθηκαν σε συλλόγους. Ωστόσο η κινητήριος δύναμη που έδωσε ώθηση στην εμφάνιση πληθώρας πολιτιστικών συλλόγων στον ελληνικό χώρο από την πέμπτη κυρίως δεκαετία του 20ού αιώνα, ήταν το φαινόμενο του φολκλορισμού. Οι βάσεις του φολκλορισμού θα πρέπει να αναζητηθούν στην ανάγκη των ανθρώπων να διατηρήσουν «ζωντανά» τα παραδεδομένα σχήματα του λαϊκού βίου αλλά και να αποδείξουν την εθνική τους συνέχεια1.
Στην περίπτωση των προσφύγων από τη Μικρασιατική χερσόνησο θα πρέπει στα παραπάνω να προστεθεί και ένας άλλος σημαντικός παράγοντας. Με την εγκατάστασή τους στη μητροπολιτική Ελλάδα, οι Έλληνες της Ανατολής, που σε πολλές περιπτώσεις μιλούσαν ή ενδύονταν κατά τρόπο διαφορετικό από τους λοιπούς Έλληνες, αντιμετωπίστηκαν συχνά εχθρικά και με διάθεση αποξένωσης από τον ντόπιο πληθυσμό. Αυτή η αντιμετώπιση οδήγησε στη συμβολοποίηση ορισμένων στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού τους, στα οποία οι ίδιοι προσέδωσαν καθολική ισχύ. Γύρω από αυτά τα στοιχεία-σύμβολα οι Μικρασιάτες (με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση των Ποντίων) συνενώθηκαν, δίνοντας διαστάσεις «μύθου» στο ιστορικό παρελθόν τους. Αυτή ακριβώς η «μυθοποίηση» είχε ως αποτέλεσμα να διασωθεί «με σπάνια ακρίβεια» σημαντικό μέρος του λαϊκού τους πολιτισμού2. Στην περίπτωση των Ποντίων που εξετάζονται εδώ, στοιχεία-σύμβολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν η λύρα (μουσικό όργανο), ο ποντιακός χορός Σέρα (που συχνά αναφέρεται ως Πυρρίχιος) και η ανδρική ενδυμασία ζίπκα (από την ονομασία της στενής βράκας που φορούσαν).
Οι περιβαντολογικές συνθήκες, οι ηθικοί κώδικες και οι οικονομικές συνθήκες είναι παράγοντες που επηρεάζουν την ενδυμασία κάθε περιοχής. Άλλωστε η πρόσβαση στις πρώτες ύλες, αποτελεί πρωτεύον στοιχείο για την κατασκευή ενδυμάτων. Η εμπορική δραστηριότητα των Ποντίων κατά τον Μεσαίωνα προς διάφορα κέντρα της Ανατολής επηρέασε σημαντικά τη σύνθεση της λαϊκής ενδυμασίας. Ένας άλλος παράγοντας ήταν τα ρυθμιστικά διατάγματα και φιρμάνια τα οποία ωστόσο δεν εφαρμόζονταν με την ίδια αυστηρότητα σε κάθε περιοχή και σε κάθε χρονική περίοδο.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα οι Πόντιοι αστοί ακολουθούσαν τους ευρωπαϊκούς ενδυματολογικούς κώδικες. Η έντονη οικονομική δραστηριότητα, τα συχνά ταξίδια και η επαφή με ανθρώπους της Δύσης σε συνδυασμό με τα ρυθμιστικά διατάγματα η εφαρμογή των οποίων είχε ατονήσει , ευνοούσε την υιοθέτηση της νέας «μόδας» από τον ανδρικό πρωτίστως πληθυσμό. Ωστόσο οι γηραιότεροι αλλά και οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών παρέμειναν πιστοί στην παραδοσιακή ενδυμασία (όπως άλλωστε συνηθίζεται σε όλες τις παραδοσιακές κοινωνίες). Παραδοσιακά ανδρικά ενδύματα είναι το σαλβάρι ή το ποτούριν, η κοντή ζουπούνα, το καμίσ’(πουκάμισο), το γελέκ κ.α. καθώς επίσης και διάφορα καλύμματα της κεφαλής (φεσ’, καλπάκ κ.α.)1.Η ενδυματολογική αυτή μορφή, παρουσιάζεται με παραλλαγές σε ολόκληρο τον Μικρασιατικό άλλα και νησιωτικό χώρο ενώ υιοθετήθηκε και από τους Τούρκους. Μεγάλο ενδιαφέρον ως προς το τελευταίο παρουσιάζει η άποψη σύμφωνα με την οποία οι Τούρκοι κατά την εκδίωξη των Εφεσίων σε δύσβατες περιοχές αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την μακριά, βαριά ενδυμασία που τους καθιστούσε δυσκίνητους και να μιμηθούν την φορεσιά των νεαρών Εφεσίων2.
Η ενδυμασία με το όνομα Ζίπκα η οποία οφείλει την ονομασία της στη χαρακτηριστική στενή βράκα υιοθετήθηκε από τους αντάρτες του Πόντου αφού τους εξασφάλιζε την αναγκαία ευκινησία κατά τις πολεμικές δραστηριότητες στις ορεινές περιοχές. Ωστόσο τα συγκεκριμένα ενδύματα δεν έγιναν αποδεκτά ως παραδοσιακή ποντιακή ενδυμασία. Ο Δ.Η.Οικονομίδης μας πληροφορεί σχετικά: « Την ζίπκαν εφόρουν ανέκαθεν οι Λαζοί, παρ’ αυτών δε παρέλαβον ταύτην και ημέτεροι από τας περιφερείας της Κρώμνης, της Σάντας, της Τραπεζούντος, και Αμασείας…».(Περί Αμφιέσεως, Αρχείον Πόντου Β, 1929). Ανάλογη πληροφορία μας παραθέτει ο Ανδρέας Σπυράντης3: «Η φερόμενη εδώ ως εθνική ενδυμασία των Ποντίων (ζίπκα, κουκούλα) ήτο άγνωστη εις Σαντά, και απετέλη ενδυμασίαν των πέριξ αυτής Τούρκων». Η γοητεία που άσκησε η πολεμική αυτή ενδυμασία στους νεαρούς Ποντίους είχε ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση της ζίπκας από κάποια μερίδα της νεολαίας ενώ σε ορισμένα μέρη υιοθετήθηκε ως γαμπριάτικη ενδυμασία.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από τις πολυάριθμες γραπτές πηγές όπου περιγράφονται οι ενδυματολογικές επιλογές των Ποντίων ανάλογα με την ηλικία τους. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί η περίπτωση της Τσολόσαινας όπου οι γέροι φορούσαν το παραδοσιακό σαλβάρι και ως κεφαλοκάλυμμα χρησιμοποιούσαν το φέσι ή το παπάχ ενώ οι νέοι φορούσαν την ζίπκα χρησιμοποιώντας ως κεφαλοκάλυμμα την κουκούλα4. Ομοίως στο χωριό Άδυσσα της επαρχίας Χαλδίας5 οι γέροι φορούσαν σαλβάρι ή ποτούρ’ και οι «κομψευόμενοι νέοι (γιοσμάδες)» την ζίπκα.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κατά περιόδους οι μη Μουσουλμάνοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν τους «κώδικες» οι οποίοι ορίζονταν από τις οθωμανικές Αρχές με φιρμάνια και οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις αφορούσαν στοιχεία της ενδυμασίας. Αρχικά οι διατάξεις αυτές είχαν διαχωριστικό και ταξικό χαρακτήρα ενώ αργότερα στο πλαίσιο της διάδοσης του πνεύματος του Οθωμανισμού, είχαν χαρακτήρα ενοποιητικό. Σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή των διαταγμάτων δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν ενιαία. Σε ορισμένες περιπτώσεις εφαρμόστηκαν κατά τρόπο αυστηρό ενώ σε άλλες περιπτώσεις εφαρμόζοντας την συνήθη τακτική των προνομίων, η εφαρμογή τους ήταν χαλαρή ή ατόνησε με το πέρασμα του χρόνου. Ακόμα και το περίφημο διάταγμα Χάττυ Χουμαγιούν, το οποίο βελτίωσε σημαντικά την κοινωνική θέση των Ελλήνων στα μεγάλα αστικά κέντρα, σε κάποιες περιπτώσεις θεωρήθηκε εξευτελιστικό για τους Οθωμανούς, όπως στην περίπτωση του πασά της Ερζερούμ, ο οποίος αρνήθηκε να το δημοσιεύσει (Α.Παυλίδης, 2006). Κατά την ίδια μεταρρυθμιστική περίοδο ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ξεκινώντας την προσπάθεια ανάπτυξης Οθωμανικού πατριωτισμού, εκδίδει ρυθμιστικό διάταγμα με βάση το οποίο όλοι οι Οθωμανοί πολίτες (το διάταγμα αφορούσε τον ανδρικό πληθυσμό), υποχρεώνονταν να καλύπτουν το κεφάλι τους με φέσι. Ανάλογα με το βαθμό καταπίεσης των ελληνικών κοινοτήτων , έγινε άλλοτε δεκτό ως ρυθμιστικό μέτρο και άλλοτε ως βίαιη επιβολή. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε απομακρυσμένες περιοχές του Οθωμανικού κράτους, οι οποίες έγιναν δέκτες της πιο ακραίας βιαιότητας των Τούρκων, το μέτρο αυτό θα αποτέλεσε την αρχή για έναν νέο κύκλο βίας.
Ωστόσο το φέσι ως κάλυμμα της κεφαλής φαίνεται πως είχε ευρεία χρήση πριν την «επιβολή»του. Το φέσι άλλωστε χρησιμοποιήθηκε ως κεφαλοκάλυμμα από κουρσάρους, και ναυτικούς της Μεσογείου πολύ πριν από την κάθοδο των «οθωμανικών» ορδών1. Απόδειξη ότι συνολικά δεν θεωρήθηκε ως εξάρτημα βίαιης επιβολής είναι η χρήση του από το γυναικείο πληθυσμό. Οι παραπάνω διατάξεις όπως αναφέρθηκε αφορούσαν μόνο τον ανδρικό πληθυσμό. Οι γυναίκες , έχοντας μεγάλη ελευθερία στις ενδυματολογικές τους επιλογές , το υιοθέτησαν σε όλη τη Μ.Ασία γεγονός που αποδεικνύει τη χρηστική του αξία. Η ποντιακή τάπλα για παράδειγμα , κατασκευαζόταν από φέσι , στο εσωτερικό του οποίου έραβαν ένα λεπτό έλασμα και με κατάλληλους χειρισμούς δένοντας ένα τσίτι διπλωμένο, δημιουργούσαν το δισκοειδές κάλυμμα2. Παρόμοια κεφαλοκαλύμματα χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες σε όλη τη Μικρά Ασία όπως για παράδειγμα στη Σύλλη του Ικονίου όπου γύρω από το τσόχινο φέσι τύλιγαν χρυσοκέντητο τσεβρέ προβάλλοντας τον πλούτο τους3. Ανάλογα καλύμματα με διάφορες ονομασίες χρησιμοποιούσαν σε όλη τη Μ.Ασία (φέσι, τεπελίκι κ.α.). Σύμφωνα με την Ι.Παπαντωνίου τα κεφαλοδέματα σε όλο το Μικρασιατικό χώρο και στον Πόντο, στην απλή ή τη σύνθετη μορφή τους είχαν ως βάση το φέσι και ξεκαθάριζαν την κοινωνική τάξη, την εθνότητα και την οικογενειακή κατάσταση (Ι.Παπαντωνίου, 1996).
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι ακόμα και μετά την υιοθέτηση των ευρωπαϊκών ενδυμάτων (γεγονός που δείχνει ότι οι όποιοι ενδυματολογικοί περιορισμοί είχαν μάλλον ατονήσει) πολλοί Πόντιοι αστοί εξακολούθησαν να φορούν το φέσι. Είναι πολύ πιθανό να το χρησιμοποιούσαν εξαιτίας του σημειολογικού του χαρακτήρα και όχι ως απόδειξη υποταγής. Στην περιοχή της Νικόπολης για παράδειγμα όταν οι «τζόχες» και οι «ζίπκες» αντικαταστάθηκαν από τα ευρωπαϊκά ενδύματα εξακολουθούσαν να φορούν το κόκκινο φέσι με τη μαύρη φούντα4. Τα παραπάνω οφείλονται στη σημασία που έδιναν όλοι οι Έλληνες στην κάλυψη της κεφαλής. Έτσι ακόμα και στις περιπτώσεις που εγκαταλείφθηκε το παραδοσιακό φέσι, αντικαταστάθηκε με άλλους τύπους καλυμμάτων (μπαρέζι, καλπάκι, κρητικό σαρίκι κ.α.)5
Πέρα από οποιουσδήποτε όρους χρήσης του φεσιού ή άλλων στοιχείων, οι Έλληνες έχοντας επίγνωση της εθνικής διαφορετικότητάς τους, αφομοίωσαν τα ξένα στοιχεία και τα προσάρμοσαν στους δικούς τους σημειολογικούς κώδικες δίνοντάς τους τη «σφραγίδα της κοινωνικής αποδοχής»1. Έτσι το φέσι στολίστηκε με διάφορα μαντήλια και ενσωματώθηκε στις ποντιακές παραδόσεις. Στο γάμο, το συναντάμε σε πολλά εθιμικά δρώμενα. Στο Τρουψί για παράδειγμα κατά την πορεία προς το σπίτι της νύφης (για το νυμφέπαρμαν) γαμπρός και κουμπάρος επιδίδονταν σε ένα ιδιότυπο παιχνίδι με τα άλογά τους, πετώντας τα φέσια τους στη γη και προσπαθώντας εν συνεχεία να τα πιάσουν ως απόδειξη των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους2. Στην Αργυρούπολη κατά το ντύσιμο του γαμπρού, η μητέρα του ήταν αυτή που του τοποθετούσε το φέσι στο κεφάλι ευχόμενη να είναι «καλορίζικος»3. Σε άλλες περιπτώσεις ο πατέρας του γαμπρού ήταν αυτός που έδενε το μαντήλι γύρω από το φέσι δίνοντάς του την ευχή του4. Η κάλυψη της κεφαλής με το σημαντικό συμβολισμό της δεν θα μπορούσε να γίνει με τόση επισημότητα από τους γονείς στην περίπτωση που το αντιλαμβάνονταν ως σύμβολο υποτέλειας.
Φτάνοντας στην Ελλάδα οι πρόσφυγες κουβαλούσαν στην πρόσφατη μνήμη τους την ακραία βιαιότητα του κεμαλικού στρατού. Η βίαιη εκδίωξη από την πατρίδα τους, ο πόνος για την απώλεια συγγενικών προσώπων, η απόρριψη σε πολλές περιπτώσεις από τον ντόπιο πληθυσμό και η αγωνία για το μέλλον ήταν τα στοιχεία που συνέθεσαν την νέα τάξη των προσφύγων. Στο νέο περιβάλλον οι πρόσφυγες έπρεπε να αφομοιωθούν και να προσαρμοστούν. Οι ενδυμασίες τους (είτε επρόκειτο για σαλβάρια με φέσι είτε για ζίπκες) δεν είχαν καμιά πρακτική αξία στην νέα τους πατρίδα. Άλλωστε όπως προαναφέρθηκε, σημαντικό κομμάτι του ποντιακού ελληνισμού είχε ήδη υιοθετήσει τα ευρωπαϊκά ενδύματα.
Το ζήτημα του προσδιορισμού της παραδοσιακής ενδυμασίας τίθεται με την εμφάνιση των χορευτικών ομάδων. Οι πρόσφυγες πρώτης γενιάς, κουβαλώντας έντονο συναισθηματικό φορτίο αλλά και τον φόβο της αποξένωσης, απορρίπτουν ο,τιδήποτε θεωρούν πως παραπέμπει στη σύνδεσή τους με την Τουρκία. Έτσι παρά το γεγονός ότι οι πιο πολλοί Μικρασιάτες αλλά και οι νησιώτες, συνέχισαν να φορούν το παραδοσιακό πλέον φέσι και τη βράκα (ή ποτούρια), οι Πόντιοι στρέφονται προς την «πολεμική ζίπκα». Η ενδυμασία αυτή ταιριάζει καλύτερα στο συναισθηματισμό που αναπτύσσουν στην νέα πατρίδα. Διατηρούν ζωντανό το αίσθημα της υπερηφάνειας, ότι πολέμησαν και υπερασπίστηκαν τις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Προς τούτο προβάλλουν για πολλά χρόνια τους δυναμικούς ποντιακούς χορούς, συνδέοντάς τους με αρχαϊστικά πρότυπα και παραγκωνίζοντας ένα σημαντικό μέρος του λαϊκού τους πολιτισμού.
Στη σημερινή εποχή που η συναισθηματική ένταση έχει υποχωρήσει, η επιστημονική (αλλά και η ερασιτεχνική έρευνα) παρουσιάζει στοιχεία που αφορούν όλο το φάσμα του λαϊκού πολιτισμού των Ποντίων και τα οποία για πολλά χρόνια είχαν παραγκωνιστεί. Αυτό ισχύει και για τον τομέα της λαϊκής ενδυμασίας, όπου εκτός από τα λαογραφικά μουσεία και τα λευκώματα, οι για χρόνια παραγκωνισμένες παραδοσιακές ενδυμασίες με το σαλβάρι και το φέσι, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και στις χορευτικές ομάδες. Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί πως η ζίπκα κι η κουκούλα έχοντας πλέον την παράδοσή τους, κέρδισαν τη θέση τους δίπλα στο σαλβάρι και το φέσι. Άλλωστε η συνολική θεώρηση της παράδοσης, είναι αναγκαία προϋπόθεση για την διάσωσή της.
Βιβλιογραφία
Άμεσες πηγές
ΚΑΝΟΝΙΔΗΣ, Δ., Η Τσολόσαινα του Πόντου.Νοσταλγικές αναμνήσεις
(Θεσσαλονίκη, 1961), Αρχείο χειρογράφων Κ.Μ.Σ
ΚΕΛΕΣΙΔΗΣ, Μ., Ιστορία του Τρουψί (Αθήνα, 1932), Αρχείο χειρογράφων Κ.Μ.Σ.
ΜΕΛΑΝΟΦΡΥΔΗΣ, Π., Το χωρίον Άδυσσα της Επαρχίας Χαλδίας (Πτολεμαϊδα 1960), Αρχείο Χειρογράφων Κ.Μ.Σ.
Έμμεσες πηγές
ΓΑΓΓΑΔΗ, Ν., «Παραδοσιακές φορεσιές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου. Μορφολογικοί τύποι», Ελληνικές Φορεσιές, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 1993
ΚΑΛΠΙΔΟΥ, Λ., «Η παραδοσιακή φορεσιά», Ζωντανές Μνήμες του Πόντου, Μέριμνα Ποντίων Κυριών, αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1992
ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ, Θ., Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας, Άγρα, Αθήνα, 2005
ΜΕΡΑΚΛΗΣ, Μ., Ελληνική Λαογραφία. Κοινωνική συγκρότηση, ήθη και έθιμα, λαϊκή τέχνη, Οδυσσέας, Αθήνα, 2004
Λαογραφικά Ζητήματα, Καστανιώτη & Διάτων, Αθήνα, 2004
ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ, Δ., «Γαμήλια Έθιμα», Αρχείον Πόντου Α (1928), Επιτροπή Ποντιακών μελετών
«Περί αμφιέσεως» Αρχείον Πόντου Β (1929), Επιτροπή Ποντιακών Μελετών
ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Ι., Ελληνικές Φορεσιές, Συλλογή Λυκείου Ελληνίδων Καλαμάτας, εκδοτική Αθηνών, 1991
«Χαρακτηριστικά των ενδυμασιών των Ελλήνων προσφύγων της Μ.Ασίας και του Πόντου» (περίληψη ανακοινώσεως) ,πρακτικά του Πανελληνίου Συνεδρίου Μικρασιατικής Λαογραφίας 29.11 – 1.12.1996, Μικρασιατικά Χρονικά τ. Κ΄, Ένωση Σμυρναίων, Αθήνα, 1998.
ΠΑΥΛΙΔΗΣ, Α., «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οθωμανικό κράτος, κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Όψεις της Εκπαίδευσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού», Πρακτικά 2ου Συμποσίου, Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας από την Αρχαιότητα μέχρι τη Μεγάλη Έξοδο, Παιδεία-Εκπαίδευση στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής, ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., Ν. Ιωνία 2006
ΠΟΝΤΙΑΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΚΟΛΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ (ΣΕΜΠΙΝ ΚΑΡΑΧΙΣΑΡ) Καβάλα, 1964
ΣΑΛΚΙΤΖΟΓΛΟΥ, Τ., Η Σύλλη του Ικονίου. Μια ελληνική Κωμόπολη στην καρδιά της Μ.Ασίας, Ι.Μ.Ε., Αθήνα, 2005
ΣΕΡΓΗΣ, Μ., Διαβατήριες Τελετουρίες στον Μικρασιατικό Πόντο (Μέσα του 19ου αιώνα – 1922) Γέννηση – Γάμος – Θάνατος, Ηρόδοτος, Αθήνα, 2007
ΣΠΥΡΑΝΤΗΣ,Α., Συμβολή εις τα λαογραφικά της Σαντάς του Πόντου, αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1990
Μαριάννα Φωτιάδου
Φοιτήτρια τμήματος Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξεινίων χωρών του Δ.Π.Θ.
Η ζίπκα είναι η λαϊκή φορεσιά που χρησιμοποιούν οι χορευτικές ομάδες των ποντιακών πολιτιστικών συλλόγων κατά την παρουσίαση των παραδοσιακών τους χορών. Παρά τη διαδεδομένη χρήση της συγκεκριμένης ενδυμασίας από τους πολιτιστικούς συλλόγους, ο ενδυματολογικός αυτός τύπος δεν είχε καθολική χρήση στο Μικρασιατικό Πόντο. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάδειξη της συγκεκριμένης ενδυμασίας ως παραδοσιακή ανδρική ενδυμασία των Ποντίων οι οποίοι προσεγγίζονται παρακάτω.
Οι πρόσφυγες από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασής τους στον ελλαδικό χώρο, οργανώθηκαν σε συλλόγους. Ωστόσο η κινητήριος δύναμη που έδωσε ώθηση στην εμφάνιση πληθώρας πολιτιστικών συλλόγων στον ελληνικό χώρο από την πέμπτη κυρίως δεκαετία του 20ού αιώνα, ήταν το φαινόμενο του φολκλορισμού. Οι βάσεις του φολκλορισμού θα πρέπει να αναζητηθούν στην ανάγκη των ανθρώπων να διατηρήσουν «ζωντανά» τα παραδεδομένα σχήματα του λαϊκού βίου αλλά και να αποδείξουν την εθνική τους συνέχεια1.
Στην περίπτωση των προσφύγων από τη Μικρασιατική χερσόνησο θα πρέπει στα παραπάνω να προστεθεί και ένας άλλος σημαντικός παράγοντας. Με την εγκατάστασή τους στη μητροπολιτική Ελλάδα, οι Έλληνες της Ανατολής, που σε πολλές περιπτώσεις μιλούσαν ή ενδύονταν κατά τρόπο διαφορετικό από τους λοιπούς Έλληνες, αντιμετωπίστηκαν συχνά εχθρικά και με διάθεση αποξένωσης από τον ντόπιο πληθυσμό. Αυτή η αντιμετώπιση οδήγησε στη συμβολοποίηση ορισμένων στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού τους, στα οποία οι ίδιοι προσέδωσαν καθολική ισχύ. Γύρω από αυτά τα στοιχεία-σύμβολα οι Μικρασιάτες (με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση των Ποντίων) συνενώθηκαν, δίνοντας διαστάσεις «μύθου» στο ιστορικό παρελθόν τους. Αυτή ακριβώς η «μυθοποίηση» είχε ως αποτέλεσμα να διασωθεί «με σπάνια ακρίβεια» σημαντικό μέρος του λαϊκού τους πολιτισμού2. Στην περίπτωση των Ποντίων που εξετάζονται εδώ, στοιχεία-σύμβολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν η λύρα (μουσικό όργανο), ο ποντιακός χορός Σέρα (που συχνά αναφέρεται ως Πυρρίχιος) και η ανδρική ενδυμασία ζίπκα (από την ονομασία της στενής βράκας που φορούσαν).
Οι περιβαντολογικές συνθήκες, οι ηθικοί κώδικες και οι οικονομικές συνθήκες είναι παράγοντες που επηρεάζουν την ενδυμασία κάθε περιοχής. Άλλωστε η πρόσβαση στις πρώτες ύλες, αποτελεί πρωτεύον στοιχείο για την κατασκευή ενδυμάτων. Η εμπορική δραστηριότητα των Ποντίων κατά τον Μεσαίωνα προς διάφορα κέντρα της Ανατολής επηρέασε σημαντικά τη σύνθεση της λαϊκής ενδυμασίας. Ένας άλλος παράγοντας ήταν τα ρυθμιστικά διατάγματα και φιρμάνια τα οποία ωστόσο δεν εφαρμόζονταν με την ίδια αυστηρότητα σε κάθε περιοχή και σε κάθε χρονική περίοδο.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα οι Πόντιοι αστοί ακολουθούσαν τους ευρωπαϊκούς ενδυματολογικούς κώδικες. Η έντονη οικονομική δραστηριότητα, τα συχνά ταξίδια και η επαφή με ανθρώπους της Δύσης σε συνδυασμό με τα ρυθμιστικά διατάγματα η εφαρμογή των οποίων είχε ατονήσει , ευνοούσε την υιοθέτηση της νέας «μόδας» από τον ανδρικό πρωτίστως πληθυσμό. Ωστόσο οι γηραιότεροι αλλά και οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών παρέμειναν πιστοί στην παραδοσιακή ενδυμασία (όπως άλλωστε συνηθίζεται σε όλες τις παραδοσιακές κοινωνίες). Παραδοσιακά ανδρικά ενδύματα είναι το σαλβάρι ή το ποτούριν, η κοντή ζουπούνα, το καμίσ’(πουκάμισο), το γελέκ κ.α. καθώς επίσης και διάφορα καλύμματα της κεφαλής (φεσ’, καλπάκ κ.α.)1.Η ενδυματολογική αυτή μορφή, παρουσιάζεται με παραλλαγές σε ολόκληρο τον Μικρασιατικό άλλα και νησιωτικό χώρο ενώ υιοθετήθηκε και από τους Τούρκους. Μεγάλο ενδιαφέρον ως προς το τελευταίο παρουσιάζει η άποψη σύμφωνα με την οποία οι Τούρκοι κατά την εκδίωξη των Εφεσίων σε δύσβατες περιοχές αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την μακριά, βαριά ενδυμασία που τους καθιστούσε δυσκίνητους και να μιμηθούν την φορεσιά των νεαρών Εφεσίων2.
Η ενδυμασία με το όνομα Ζίπκα η οποία οφείλει την ονομασία της στη χαρακτηριστική στενή βράκα υιοθετήθηκε από τους αντάρτες του Πόντου αφού τους εξασφάλιζε την αναγκαία ευκινησία κατά τις πολεμικές δραστηριότητες στις ορεινές περιοχές. Ωστόσο τα συγκεκριμένα ενδύματα δεν έγιναν αποδεκτά ως παραδοσιακή ποντιακή ενδυμασία. Ο Δ.Η.Οικονομίδης μας πληροφορεί σχετικά: « Την ζίπκαν εφόρουν ανέκαθεν οι Λαζοί, παρ’ αυτών δε παρέλαβον ταύτην και ημέτεροι από τας περιφερείας της Κρώμνης, της Σάντας, της Τραπεζούντος, και Αμασείας…».(Περί Αμφιέσεως, Αρχείον Πόντου Β, 1929). Ανάλογη πληροφορία μας παραθέτει ο Ανδρέας Σπυράντης3: «Η φερόμενη εδώ ως εθνική ενδυμασία των Ποντίων (ζίπκα, κουκούλα) ήτο άγνωστη εις Σαντά, και απετέλη ενδυμασίαν των πέριξ αυτής Τούρκων». Η γοητεία που άσκησε η πολεμική αυτή ενδυμασία στους νεαρούς Ποντίους είχε ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση της ζίπκας από κάποια μερίδα της νεολαίας ενώ σε ορισμένα μέρη υιοθετήθηκε ως γαμπριάτικη ενδυμασία.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από τις πολυάριθμες γραπτές πηγές όπου περιγράφονται οι ενδυματολογικές επιλογές των Ποντίων ανάλογα με την ηλικία τους. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί η περίπτωση της Τσολόσαινας όπου οι γέροι φορούσαν το παραδοσιακό σαλβάρι και ως κεφαλοκάλυμμα χρησιμοποιούσαν το φέσι ή το παπάχ ενώ οι νέοι φορούσαν την ζίπκα χρησιμοποιώντας ως κεφαλοκάλυμμα την κουκούλα4. Ομοίως στο χωριό Άδυσσα της επαρχίας Χαλδίας5 οι γέροι φορούσαν σαλβάρι ή ποτούρ’ και οι «κομψευόμενοι νέοι (γιοσμάδες)» την ζίπκα.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κατά περιόδους οι μη Μουσουλμάνοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν τους «κώδικες» οι οποίοι ορίζονταν από τις οθωμανικές Αρχές με φιρμάνια και οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις αφορούσαν στοιχεία της ενδυμασίας. Αρχικά οι διατάξεις αυτές είχαν διαχωριστικό και ταξικό χαρακτήρα ενώ αργότερα στο πλαίσιο της διάδοσης του πνεύματος του Οθωμανισμού, είχαν χαρακτήρα ενοποιητικό. Σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή των διαταγμάτων δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν ενιαία. Σε ορισμένες περιπτώσεις εφαρμόστηκαν κατά τρόπο αυστηρό ενώ σε άλλες περιπτώσεις εφαρμόζοντας την συνήθη τακτική των προνομίων, η εφαρμογή τους ήταν χαλαρή ή ατόνησε με το πέρασμα του χρόνου. Ακόμα και το περίφημο διάταγμα Χάττυ Χουμαγιούν, το οποίο βελτίωσε σημαντικά την κοινωνική θέση των Ελλήνων στα μεγάλα αστικά κέντρα, σε κάποιες περιπτώσεις θεωρήθηκε εξευτελιστικό για τους Οθωμανούς, όπως στην περίπτωση του πασά της Ερζερούμ, ο οποίος αρνήθηκε να το δημοσιεύσει (Α.Παυλίδης, 2006). Κατά την ίδια μεταρρυθμιστική περίοδο ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ξεκινώντας την προσπάθεια ανάπτυξης Οθωμανικού πατριωτισμού, εκδίδει ρυθμιστικό διάταγμα με βάση το οποίο όλοι οι Οθωμανοί πολίτες (το διάταγμα αφορούσε τον ανδρικό πληθυσμό), υποχρεώνονταν να καλύπτουν το κεφάλι τους με φέσι. Ανάλογα με το βαθμό καταπίεσης των ελληνικών κοινοτήτων , έγινε άλλοτε δεκτό ως ρυθμιστικό μέτρο και άλλοτε ως βίαιη επιβολή. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε απομακρυσμένες περιοχές του Οθωμανικού κράτους, οι οποίες έγιναν δέκτες της πιο ακραίας βιαιότητας των Τούρκων, το μέτρο αυτό θα αποτέλεσε την αρχή για έναν νέο κύκλο βίας.
Ωστόσο το φέσι ως κάλυμμα της κεφαλής φαίνεται πως είχε ευρεία χρήση πριν την «επιβολή»του. Το φέσι άλλωστε χρησιμοποιήθηκε ως κεφαλοκάλυμμα από κουρσάρους, και ναυτικούς της Μεσογείου πολύ πριν από την κάθοδο των «οθωμανικών» ορδών1. Απόδειξη ότι συνολικά δεν θεωρήθηκε ως εξάρτημα βίαιης επιβολής είναι η χρήση του από το γυναικείο πληθυσμό. Οι παραπάνω διατάξεις όπως αναφέρθηκε αφορούσαν μόνο τον ανδρικό πληθυσμό. Οι γυναίκες , έχοντας μεγάλη ελευθερία στις ενδυματολογικές τους επιλογές , το υιοθέτησαν σε όλη τη Μ.Ασία γεγονός που αποδεικνύει τη χρηστική του αξία. Η ποντιακή τάπλα για παράδειγμα , κατασκευαζόταν από φέσι , στο εσωτερικό του οποίου έραβαν ένα λεπτό έλασμα και με κατάλληλους χειρισμούς δένοντας ένα τσίτι διπλωμένο, δημιουργούσαν το δισκοειδές κάλυμμα2. Παρόμοια κεφαλοκαλύμματα χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες σε όλη τη Μικρά Ασία όπως για παράδειγμα στη Σύλλη του Ικονίου όπου γύρω από το τσόχινο φέσι τύλιγαν χρυσοκέντητο τσεβρέ προβάλλοντας τον πλούτο τους3. Ανάλογα καλύμματα με διάφορες ονομασίες χρησιμοποιούσαν σε όλη τη Μ.Ασία (φέσι, τεπελίκι κ.α.). Σύμφωνα με την Ι.Παπαντωνίου τα κεφαλοδέματα σε όλο το Μικρασιατικό χώρο και στον Πόντο, στην απλή ή τη σύνθετη μορφή τους είχαν ως βάση το φέσι και ξεκαθάριζαν την κοινωνική τάξη, την εθνότητα και την οικογενειακή κατάσταση (Ι.Παπαντωνίου, 1996).
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι ακόμα και μετά την υιοθέτηση των ευρωπαϊκών ενδυμάτων (γεγονός που δείχνει ότι οι όποιοι ενδυματολογικοί περιορισμοί είχαν μάλλον ατονήσει) πολλοί Πόντιοι αστοί εξακολούθησαν να φορούν το φέσι. Είναι πολύ πιθανό να το χρησιμοποιούσαν εξαιτίας του σημειολογικού του χαρακτήρα και όχι ως απόδειξη υποταγής. Στην περιοχή της Νικόπολης για παράδειγμα όταν οι «τζόχες» και οι «ζίπκες» αντικαταστάθηκαν από τα ευρωπαϊκά ενδύματα εξακολουθούσαν να φορούν το κόκκινο φέσι με τη μαύρη φούντα4. Τα παραπάνω οφείλονται στη σημασία που έδιναν όλοι οι Έλληνες στην κάλυψη της κεφαλής. Έτσι ακόμα και στις περιπτώσεις που εγκαταλείφθηκε το παραδοσιακό φέσι, αντικαταστάθηκε με άλλους τύπους καλυμμάτων (μπαρέζι, καλπάκι, κρητικό σαρίκι κ.α.)5
Πέρα από οποιουσδήποτε όρους χρήσης του φεσιού ή άλλων στοιχείων, οι Έλληνες έχοντας επίγνωση της εθνικής διαφορετικότητάς τους, αφομοίωσαν τα ξένα στοιχεία και τα προσάρμοσαν στους δικούς τους σημειολογικούς κώδικες δίνοντάς τους τη «σφραγίδα της κοινωνικής αποδοχής»1. Έτσι το φέσι στολίστηκε με διάφορα μαντήλια και ενσωματώθηκε στις ποντιακές παραδόσεις. Στο γάμο, το συναντάμε σε πολλά εθιμικά δρώμενα. Στο Τρουψί για παράδειγμα κατά την πορεία προς το σπίτι της νύφης (για το νυμφέπαρμαν) γαμπρός και κουμπάρος επιδίδονταν σε ένα ιδιότυπο παιχνίδι με τα άλογά τους, πετώντας τα φέσια τους στη γη και προσπαθώντας εν συνεχεία να τα πιάσουν ως απόδειξη των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους2. Στην Αργυρούπολη κατά το ντύσιμο του γαμπρού, η μητέρα του ήταν αυτή που του τοποθετούσε το φέσι στο κεφάλι ευχόμενη να είναι «καλορίζικος»3. Σε άλλες περιπτώσεις ο πατέρας του γαμπρού ήταν αυτός που έδενε το μαντήλι γύρω από το φέσι δίνοντάς του την ευχή του4. Η κάλυψη της κεφαλής με το σημαντικό συμβολισμό της δεν θα μπορούσε να γίνει με τόση επισημότητα από τους γονείς στην περίπτωση που το αντιλαμβάνονταν ως σύμβολο υποτέλειας.
Φτάνοντας στην Ελλάδα οι πρόσφυγες κουβαλούσαν στην πρόσφατη μνήμη τους την ακραία βιαιότητα του κεμαλικού στρατού. Η βίαιη εκδίωξη από την πατρίδα τους, ο πόνος για την απώλεια συγγενικών προσώπων, η απόρριψη σε πολλές περιπτώσεις από τον ντόπιο πληθυσμό και η αγωνία για το μέλλον ήταν τα στοιχεία που συνέθεσαν την νέα τάξη των προσφύγων. Στο νέο περιβάλλον οι πρόσφυγες έπρεπε να αφομοιωθούν και να προσαρμοστούν. Οι ενδυμασίες τους (είτε επρόκειτο για σαλβάρια με φέσι είτε για ζίπκες) δεν είχαν καμιά πρακτική αξία στην νέα τους πατρίδα. Άλλωστε όπως προαναφέρθηκε, σημαντικό κομμάτι του ποντιακού ελληνισμού είχε ήδη υιοθετήσει τα ευρωπαϊκά ενδύματα.
Το ζήτημα του προσδιορισμού της παραδοσιακής ενδυμασίας τίθεται με την εμφάνιση των χορευτικών ομάδων. Οι πρόσφυγες πρώτης γενιάς, κουβαλώντας έντονο συναισθηματικό φορτίο αλλά και τον φόβο της αποξένωσης, απορρίπτουν ο,τιδήποτε θεωρούν πως παραπέμπει στη σύνδεσή τους με την Τουρκία. Έτσι παρά το γεγονός ότι οι πιο πολλοί Μικρασιάτες αλλά και οι νησιώτες, συνέχισαν να φορούν το παραδοσιακό πλέον φέσι και τη βράκα (ή ποτούρια), οι Πόντιοι στρέφονται προς την «πολεμική ζίπκα». Η ενδυμασία αυτή ταιριάζει καλύτερα στο συναισθηματισμό που αναπτύσσουν στην νέα πατρίδα. Διατηρούν ζωντανό το αίσθημα της υπερηφάνειας, ότι πολέμησαν και υπερασπίστηκαν τις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Προς τούτο προβάλλουν για πολλά χρόνια τους δυναμικούς ποντιακούς χορούς, συνδέοντάς τους με αρχαϊστικά πρότυπα και παραγκωνίζοντας ένα σημαντικό μέρος του λαϊκού τους πολιτισμού.
Στη σημερινή εποχή που η συναισθηματική ένταση έχει υποχωρήσει, η επιστημονική (αλλά και η ερασιτεχνική έρευνα) παρουσιάζει στοιχεία που αφορούν όλο το φάσμα του λαϊκού πολιτισμού των Ποντίων και τα οποία για πολλά χρόνια είχαν παραγκωνιστεί. Αυτό ισχύει και για τον τομέα της λαϊκής ενδυμασίας, όπου εκτός από τα λαογραφικά μουσεία και τα λευκώματα, οι για χρόνια παραγκωνισμένες παραδοσιακές ενδυμασίες με το σαλβάρι και το φέσι, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και στις χορευτικές ομάδες. Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί πως η ζίπκα κι η κουκούλα έχοντας πλέον την παράδοσή τους, κέρδισαν τη θέση τους δίπλα στο σαλβάρι και το φέσι. Άλλωστε η συνολική θεώρηση της παράδοσης, είναι αναγκαία προϋπόθεση για την διάσωσή της.
Βιβλιογραφία
Άμεσες πηγές
ΚΑΝΟΝΙΔΗΣ, Δ., Η Τσολόσαινα του Πόντου.Νοσταλγικές αναμνήσεις
(Θεσσαλονίκη, 1961), Αρχείο χειρογράφων Κ.Μ.Σ
ΚΕΛΕΣΙΔΗΣ, Μ., Ιστορία του Τρουψί (Αθήνα, 1932), Αρχείο χειρογράφων Κ.Μ.Σ.
ΜΕΛΑΝΟΦΡΥΔΗΣ, Π., Το χωρίον Άδυσσα της Επαρχίας Χαλδίας (Πτολεμαϊδα 1960), Αρχείο Χειρογράφων Κ.Μ.Σ.
Έμμεσες πηγές
ΓΑΓΓΑΔΗ, Ν., «Παραδοσιακές φορεσιές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου. Μορφολογικοί τύποι», Ελληνικές Φορεσιές, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 1993
ΚΑΛΠΙΔΟΥ, Λ., «Η παραδοσιακή φορεσιά», Ζωντανές Μνήμες του Πόντου, Μέριμνα Ποντίων Κυριών, αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1992
ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ, Θ., Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας, Άγρα, Αθήνα, 2005
ΜΕΡΑΚΛΗΣ, Μ., Ελληνική Λαογραφία. Κοινωνική συγκρότηση, ήθη και έθιμα, λαϊκή τέχνη, Οδυσσέας, Αθήνα, 2004
Λαογραφικά Ζητήματα, Καστανιώτη & Διάτων, Αθήνα, 2004
ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ, Δ., «Γαμήλια Έθιμα», Αρχείον Πόντου Α (1928), Επιτροπή Ποντιακών μελετών
«Περί αμφιέσεως» Αρχείον Πόντου Β (1929), Επιτροπή Ποντιακών Μελετών
ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Ι., Ελληνικές Φορεσιές, Συλλογή Λυκείου Ελληνίδων Καλαμάτας, εκδοτική Αθηνών, 1991
«Χαρακτηριστικά των ενδυμασιών των Ελλήνων προσφύγων της Μ.Ασίας και του Πόντου» (περίληψη ανακοινώσεως) ,πρακτικά του Πανελληνίου Συνεδρίου Μικρασιατικής Λαογραφίας 29.11 – 1.12.1996, Μικρασιατικά Χρονικά τ. Κ΄, Ένωση Σμυρναίων, Αθήνα, 1998.
ΠΑΥΛΙΔΗΣ, Α., «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οθωμανικό κράτος, κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Όψεις της Εκπαίδευσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού», Πρακτικά 2ου Συμποσίου, Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας από την Αρχαιότητα μέχρι τη Μεγάλη Έξοδο, Παιδεία-Εκπαίδευση στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής, ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., Ν. Ιωνία 2006
ΠΟΝΤΙΑΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΚΟΛΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ (ΣΕΜΠΙΝ ΚΑΡΑΧΙΣΑΡ) Καβάλα, 1964
ΣΑΛΚΙΤΖΟΓΛΟΥ, Τ., Η Σύλλη του Ικονίου. Μια ελληνική Κωμόπολη στην καρδιά της Μ.Ασίας, Ι.Μ.Ε., Αθήνα, 2005
ΣΕΡΓΗΣ, Μ., Διαβατήριες Τελετουρίες στον Μικρασιατικό Πόντο (Μέσα του 19ου αιώνα – 1922) Γέννηση – Γάμος – Θάνατος, Ηρόδοτος, Αθήνα, 2007
ΣΠΥΡΑΝΤΗΣ,Α., Συμβολή εις τα λαογραφικά της Σαντάς του Πόντου, αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1990
Του Νίκου Ζουρνατζίδη
Μάθαινε τα παλιά να ξέρεις τα καινούργια.
«Αν θέλεις να φτάσεις προς το άπειρο γνώρισε το πεπερασμένο σε όλες του τις εκφάνσεις˙το πεπερασμένο ανήκει και ο λαϊκός πολιτισμός» (Κ. Καραθοδωρής, μαθηματικός).
Αναπόσπαστο κομμάτι του λαϊκού πολιτισμού αποτελεί ο τομέας της ενδυμασίας. Η γνώση πάνω σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε κάθε τομέα του λαϊκού πολιτισμού, πρέπει να είναι σαφής, ανεπηρέαστη από προκαταλήψεις και συναισθηματισμούς, προκειμένου να αποτελεί γνήσια παράδοση. Στο πλαίσιο αυτό και με αφορμή τη «διαμάχη» που έχει προκύψει στον οργανωμένο ποντιακό χώρο σχετικά με τη χρήση του φεσιού ως εξαρτήματος της παραδοσιακής ποντιακής ενδυμασίας, θεωρούμε χρέος μας να παραθέσουμε μία σειρά μαρτυριών συναφών με το θέμα, πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό υπηρετούμε τη γνώση και την αλήθεια.
«Η ενδυμασία, όπως και η κατοικία και η τροφή, προσείλκυσε το επιστημονικό ενδιαφέρον, ως το σημείο να διαμορφωθεί και επιστημονικός κλάδος, μια αυτόνομη επιστήμη, η ενδυματολογία, που ερευνά σε βάθος τα ενδύματα και το ντύσιμο από σκοπιά ιστορική, οικονομική, ψυχολογική, κοινωνιολογική, γεωγραφική και κατασκευαστική. Ερμηνεύει έτσι, την πολυδιάστατη παρουσία των ενδυμάτων και τους παράγοντες που την καθορίζουν, καθώς, από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους αυτά ξεπέρασαν τον πρωταρχικό τους σκοπό, απλά προστατευτικό από τις καιρικές συνθήκες, και διαδραμάτισαν το ρόλο μεταφοράς πληροφοριών για την προσωπική και κοινωνική ταυτότητα των ατόμων.
[…]Οι πηγές μελέτης της παραδοσιακής φορεσιάς είναι πολλές, γραπτά κείμενα, εικαστικές μαρτυρίες, προφορική παράδοση, αλλά κυρίως οι ίδιες οι φορεσιές, που έχουν διασωθεί και φυλάσσονται σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία.
[…]Ο τρόπος διαμόρφωσης των ενδυμασιών αυτών ακολουθεί τους νόμους της παράδοσης: είναι προφορικός και άγραφος. Η μια γενιά παραδίδει στην άλλη, η μάνα στην κόρη, ο παππούς στον εγγονό, ο τεχνίτης στο μαθητευόμενο, γεγονός που συνεπάγεται συντηρητισμό και πολύ αργές εξελικτικές διαδικασίες, που χαρακτηρίζουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής στο σύνολό του.
Οι παραδοσιακές ενδυμασίες δεν ακολουθούσαν τη μόδα κάθε εποχής, τούτο όμως δε σημαίνει ότι δεν επηρεάζονταν από τη μόδα. Οι αλλαγές είναι μικρές κι ο ρυθμός αργός, για την παραδοσιακή κοινωνία οποιαδήποτε αλλαγή έπρεπε να έχει τη γενική αποδοχή των μελών της κοινωνίας.
Τι συμβαίνει σήμερα.
[…] Ο δημοτικός χορός δεν είναι μόνο διασκέδαση και η φορεσιά δεν είναι μια διακόσμηση. Έχοντας υπόψη τον πολύπτυχο ρόλο των κουστουμιών στην κοινότητα γεννιέται συνακόλουθα το ερώτημα: ποια ακριβώς ενδυμασία εννοούμε, ή καλύτερα, χρησιμοποιούμε για να αναβιώσουμε, να αναπαραστήσουμε το παρελθόν, ώστε, ταυτόχρονα, με την «εικαστική ρητορική» της να μεταδώσει τα μηνύματα που θα γνωστοποιήσουν την οργανική σχέση της με την κοινότητα;
1.Την ενδυμασία ποιας χρονικής περιόδου; όταν από τα τέλη του 19ου αι. ήρθε η οριστική εγκατάλειψη των παραδοσιακών στοιχείων των φορεσιών και η αστικοποίησή τους.
2.Την ενδυμασία ποιανού τόπου, όταν γνωρίζουμε ότι κάθε τόπος έχει τη φορεσιά του[…]
3.Την ενδυμασία ποιας κοινωνικής ηλικίας όταν στις παραδοσιακές κοινότητες οι κατά ηλικία διακρίσεις και των δύο φύλων σημειώνονταν με τη φορεσιά τους…
4.Την ενδυμασία ποιας χρονικής στιγμής – περίστασης[…]
Στα παραπάνω ερωτήματα που αφορούν την επιλογή συγκεκριμένου σχήματος που θα «αναβιώσει» και που συνακόλουθα θα «ντύσει» μια παράσταση παραδοσιακών χορών, σπάνια δίνουμε απαντήσεις, όταν το γεγονός είναι συντελεσμένο, γιατί το οπτικό αποτέλεσμα που ένας ειδήμων παρακολουθεί πολύ συχνά είναι ένα συνονθύλευμα σχημάτων, χρωμάτων, στοιχείων που καμιά πραγματικότητα του παρελθόντος δεν αντιπροσωπεύει στο σύνολό του.
Ο Άλκης Ράφτης για το θέμα αυτό επισημαίνει: «κανείς δε φαίνεται να υποψιάζεται ότι οι φορεσιές αυτές δεν είναι μια κάποια μεταμφίεση, δεν είναι κοστούμια για καρναβάλι. Είναι ιστορικά αντικείμενα, εθνικά κειμήλια, απομεινάρια ενός πολιτισμού που αναπτύχθηκε από τους προγόνους μας και τελειοποιήθηκε επί αιώνες…»
(Ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές και τοπική ενδυμασία.
Επιμέλεια: Ομηριάδης Αλέξανδρος, Νέος Σκοπός 2008).
«[…]Μια ματιά στα ιστορικά στοιχεία δείχνει αμέσως ότι τεράστιος αριθμός Οθωμανών χριστιανών και εβραίων βρίσκονταν πάνω από τους μουσουλμάνους στην κοινωνική ιεραρχία, απολαμβάνοντας μεγαλύτερο πλούτο και πρόσβαση στην πολιτική εξουσία. Σε πολλές περιπτώσεις, ένας πλούσιος χριστιανός έμπορος, για παράδειγμα, είχε μεγαλύτερο τοπικό κύρος και επιρροή από έναν εξαθλιωμένο μουσουλμάνο στρατιώτη. Η κατηγορία δηλαδή του μουσουλμάνου ή του χριστιανού δεν καθόριζε από μόνη της την κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητα ενός ατόμου, αλλά αποτελούσε μια από τις πολλές ιδιότητες που το καθόριζαν[…]
Οι νόμοι περί ενδυμασίας, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν από παλιά τόσο από το κράτος όσο και από τους υπηκόους αποτελούσαν σημαντικούς δείκτες κοινωνικής κινητικότητας και επεσήμαιναν τις διαφορές μεταξύ αξιωματούχων, ανάμεσα στους αξιωματούχους και τις τάξεις των υπηκόων, και ανάμεσα στις τάξεις των υπηκόων. Οι νόμοι καθόριζαν το συγκεκριμένο κάλυμμα της κεφαλής και τα ενδύματα που προσιδίαζαν σε κάθε βαθμό, έδιναν έμφαση στο κάλυμμα της κεφαλής αλλά διέκριναν επίσης τύπους και χρώματα ενδυμάτων, υποδημάτων, ζωνών και άλλων εξαρτημάτων της αμφίεσης. Οι νόμοι αυτοί είχαν σκοπό να διακρίνουν το λαό σε χωριστές ομάδες, η κάθε μία με τη χαρακτηριστική της ενδυμασία, μέσα στις οποίες όλοι γνώριζαν τα όριά τους και σέβονταν τους ανωτέρους τους. Μερικές φορές την πρωτοβουλία για τη θέσπιση ή την επιβολή των νόμων περί ενδυμασίας την έπαιρνε το κράτος. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, αυτό ήταν έργο των υπηκόων: φοβούμενοι την υπονόμευση της θέσης τους στην κοινωνία, έκαναν έκκληση στο κράτος να δράσει. Νόμοι περί ενδυμασίας ίσχυαν σε πολλές περιοχές του «προνεωτερικού» κόσμου, και ιστορικοί έχουν επισημάνει το στενό συσχετισμό ανάμεσα σε μεταβολές στην αμφίεση και σε μεταβολές στη δομή της κοινωνίας. Μοιάζει σημαντικό το γεγονός ότι ο σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (1520 - 1566) επέβαλε μαζικές ρυθμίσεις που καθόριζαν την ενδυματολογική συμπεριφορά, ακριβώς τη στιγμή που η αυτοκρατορία έφτανε στο τέλος μιας εποχής μεγάλης κοινωνικής κινητικότητας και ρευστότητας. Από εκεί και ύστερα, οι νόμοι περί ενδυμασίας παρέμειναν αμετάβλητοι στη βάση τους για πάνω από 150 χρόνια μέχρι περίπου το 1720. Κατά την περίοδο αυτή, οι αλλαγές στην ενδυμασία ήταν σχετικά λίγες και η κοινωνική κινητικότητα συγκριτικά μικρή. Κατόπιν όμως, ξεκινώντας από τις αρχές του 18ου αι., άρχισε μια σταθερή ροή νόμων περί ενδυμασίας. Την εποχή εκείνη, σε ολόκληρο τον κόσμο – στην Ευρώπη, στις δύο Αμερικές, την ανατολική Ασία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία – αναδύονταν νέες ομάδες οι οποίες αμφισβήτησαν την οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξουσία των κυρίαρχων δυναστειών και των υποστηρικτών τους.
[…]Από την εποχή των Τουλιπών και σε όλο τον υπόλοιπο 18ο αι. εμφανίστηκε πληθώρα νόμων περί ενδυμασίας, όπως για παράδειγμα τη δεκαετία του 1720, του 1750, 1790. Οι νόμοι αυτοί κήρυτταν την πίστη σε ένα στάτους κβο ιδιαίτερα εφήμερο – στην ηθική, την κοινωνική πειθαρχία και την τάξη – και κατήγγειλαν με στόμφο γυναικεία και ανδρικά ενδύματα που μπορεί να ήταν πολύ σφιχτά, πολύ άσεμνα, πολύ ιδιόρρυθμα ή με λάθος χρώματα. Τη δεκαετία του 1760 οι νόμοι καταδίκαζαν τους εμπόρους και τεχνίτες που φορούσαν γούνα ερμίνας, προνόμιο του σουλτάνου και των βεζίρηδων του.
Η κοινωνική μεταβολή και κινητικότητα έγινε τόσο έντονη και υπερέβη τόσο τη δυνατότητα του κράτους να την ελέγξει ώστε το 1829 ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ υποχώρησε ξαφνικά και κατάργησε τα παλιά διακριτικά κοινωνικής θέσης που βασίζονταν στην αμφίεση. Στη θέση τους, ένα νέο σύστημα ρυθμίσεων απαιτούσε από όλους τους αξιωματούχους να φορούν φέσι, δηλαδή ακριβώς το ίδιο κάλυμμα κεφαλής. Με την πράξη αυτή όλοι οι κρατικοί υπάλληλοι είχαν την ίδια εμφάνιση: τα διαφορετικά τουρμπάνια και τα τιμητικά ενδύματα καταργούνταν. Μόνον οι ιερατικές τάξεις εξαιρούνταν από τη ρύθμιση. Οι γυναίκες από τη μεριά τους, απλώς αγνοήθηκαν. Επιπλέον, ο σουλτάνος ζητούσε και από τις τάξεις των μη αξιωματούχων να φορούν το φέσι, προκειμένου να δημιουργήσει μια αδιαφοροποίητη οθωμανική υπηκοότητα χωρίς διακρίσεις. Ο νόμος του 1829 αντέστρεψε τις προηγούμενες πρακτικές, που χρησιμοποιούσαν τη νομοθεσία περί ενδυμασίας προκειμένου να δημιουργήσουν ή να διατηρήσουν διαφορές, και στη θέση τους επεδίωκε να επιβάλει μια οπτική ομοιομορφία σε όλους τους κρατικούς υπαλλήλους και υπηκόους αρσενικού γένους.
Μακραίωνοι κανόνες που στόχευαν να διαχωρίζουν τους μπαλωματήδες από τους αργυροχόους, τους εμπόρους από τους τεχνίτες και τους μουσουλμάνους από τους μη μουσουλμάνους, αίφνης εξαφανίστηκαν. Φορώντας το φέσι, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και η υπόλοιπη ανδρική κοινωνία (εκτός από τις ιερατικές τάξεις) έπρεπε στο εξής να έχουν την ίδια εμφάνιση ενώπιον του μονάρχη και μεταξύ τους. Δεν θα υπήρχαν πλέον διακριτικά επαγγέλματος, βαθμού ή θρησκείας βάσει της αμφίεσης. Ο νόμος του 1829 προοιωνιζόταν έτσι τα διατάγματα του Τανζιμάτ το 1839 και το 1856, τα οποία προσπάθησαν να εγκαθιδρύσουν την ισότητα όλων των Οθωμανών υπηκόων, ασχέτως θρησκευτικής ή άλλης συλλογικής ταυτότητας.
Πολλοί καλωσόρισαν την τελική εξαφάνιση των παλιών διακριτικών, τα οποία μετά από πιέσεις κατέρρευσαν μπροστά στη διογκούμενη κοινωνική μεταβολή. Φέσι, φράκο και παντελόνι έγιναν η νέα στολή των αξιωματούχων. Ελεύθεροι τώρα από νομικούς περιορισμούς, πολλοί πλούσιοι έμποροι, οι οποίοι κατά κύριο λόγο δεν ήταν μουσουλμάνοι, υιοθέτησαν αμέσως τη νέα ενδυμασία προκειμένου να αποφύγουν τις διακρίσεις που επέφερε ενίοτε η διαφορετικότητα. Άλλοι Οθωμανοί υπήκοοι όμως απέρριπταν την προσπάθεια να δημιουργηθεί ενιαία ενδυμασία και δημιούργησαν νέα κοινωνικά διακριτικά. Στην κατώτερη βαθμίδα της κοινωνικής κλίμακας, οι Οθωμανοί εργάτες – τόσο μουσουλμάνοι όσο και μη – απέρριπταν συχνά το φέσι. Δεν επρόκειτο για κάποιο αντιδραστικό μέτρο που αντιτίθονταν στην ισότητα μουσουλμάνων και μη. Οι εργάτες επέμεναν στη διατήρηση της ταξικής διαφοράς και αλληλεγγύης, ενάντια σε ένα κράτος που επιτίθετο στα προνόμια των συντεχνιών, είχε εξοντώσει τους γενίτσαρους προστάτες τους και αποδομούσε οικονομικά προγράμματα που για πολύ καιρό προσέφεραν προστασία και προνόμια στους εργάτες. Πολλοί, όχι όμως όλοι οι εργάτες, μουσουλμάνοι και μη, έμεναν σε ένα κάλυμμα κεφαλής που τους διέκρινε ως ξεχωριστή ομάδα. Κάποιοι εργάτες φορούσαν το φέσι και άλλοι διατηρούσαν ένα ξεχωριστό κάλυμμα. Σε ανώτερες θέσεις της κοινωνικής κλίμακας, πολλοί πλούσιοι, μουσουλμάνοι ή μη, επεδείκνυαν τον καινούργιο πλούτο τους, την ισχύ και τη σημαντική κοινωνική θέση τους με το να ντύνονται υπερβολικά, σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας. Η διαδικασία κατέληξε σε εμπαιγμό της νομοθεσίας του 1829, η οποία προσπαθούσε να επιβάλει την ομοιομορφία, τη σεμνότητα και την απλότητα.
Η αυξανόμενη ενδυματολογική ετερογένεια του 19ου αι. αντανακλούσε έτσι την ογκούμενη κοινωνική ρευστότητα και την προϊούσα διάλυση των παλαιών συνόρων, τα οποία χώριζαν τις διάφορες επαγγελματικές και θρησκευτικές ομάδες και τάξεις στην Οθωμανική κοινωνία».
(Donald Quataert, Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, Οι τελευταίοι αιώνες, 1700-1922, μετάφραση Μαρίνος Σαρήγιαννης, εκδ. Αλεξάνδρεια).
ΑΥΣΤΗΡΑ ΔΙΑΤΑΓΗ ΔΙΑ ΤΑΣ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΡΑΓΙΑΔΩΝ
Τ.Α.Η. Κωδ. 9ος, σελ.215 25 zilkade 1174
Αρ. μεταφρ. 2727 29 Μαΐου 1761
«Ιερολογιώτατε Καδή εφένδη του Χάνδακος και εντιμότατε αρχιαστυνόμε και αγά του εν Χανδάκι υψηλού τάγματος των αυτοκρατορικών γενιτσάρων, γίνεται υμίν γνωστόν.
Επειδή η ενδυμασία και εξωτερική εμφάνισις των εν τη χώρα του Ισλάμ κατοικούντων φόρου υποτελών Ιουδαίων, Χριστιανών και Αρμενίων της Περσίας δέον να διακρίνεται και διαχωρίζεται από ταύτην του ισλαμικού κόσμου και είναι τούτο εκ των αναγκαίων απαιτήσεων της θρησκείας, εξεδόθη προ καιρού, δια την εν τη πεφημισμένη σουλτανική πόλει Ισλαμπόλ κατοικούσαν τάξιν των ανθρώπων τούτων, έξοχος αυτοκρατορική διαταγή, δυνάμει ειδικού αυτογράφου διαταγής του Α. Μεγαλειότητος του κραταιού και σεβαστού ημών Άνακτος και αυθέντου μας, διακανονιστική του ζητήματος τούτου. Συμφώνως προς το υψηλόν γράμμα της διαταγής ταύτης, η οποία δέον να ισχύει δι’ ολόκληρον την περιφρούρητον αυτοκρατορικήν επικράτεια, επιβάλλεται όπως απαγορευθή και γίνη αυστηρά παραγγελία εις την τάξιν των χριστιανών, δια να μην φέρουν σαλβάρια από τσόχαν, τα οποία φορεί ειδικώς η εν Χάνδακι τάξις των Μουσουλμάνων, οι γενίτσαροι του υψηλού αυτοκρατορικού τάγματος και οι λοιποί στρατιωτικοί, ούτε και περισκελίδες γενιτσάρων, ούτε και γεμενιά (Είδη μανδηλίων εξ υφάσματος χρωματιστού και κλαδωτού, χρησιμοποιουμένων ως φακιόλια των γυναικών) κοκκίνου χρώματος και κόκκινα φέσια και άλλα ενδύματα, τα οποία ειδικώς φορούνται από τους Μουσουλμάνους, διά να δύνανται ούτω να διακρίνονται από την τάξιν των Μουσουλμάνων…
Τη 25 Ζιλκαδέ 1174 (29 Μαΐου 1761)».
`
Και παρακάτω σε άλλη διαταγή που εκδόθηκε στις 25 Αυγούστου 1762 (4 Safer 1176) αναφέρεται: «…Οι εν τη πόλει κατοικούντες φόρου υποτελείς εκ της τάξεως των απίστων, βασιζόμενοι επί τινων ατόμων και επί της ολιγορίας των αρμοδίων, περιφέρονται εντός του φρουρίου φέροντες ενδυμασίας αι οποίαι είναι όμοιαι προς τας ενδυμασίας των Μουσουλμάνων και άλλοι πάλιν εκ των απίστων φέρουσι επί των κεφαλών των κόκκινα φέσια και τυλίγουσιν αυτά με σαρίκια και ούτω καθίσταται δύσκολος ο διαχωρισμός και η διάκρισις αυτών από τους Μουσουλμάνους. Επειδή το να περιφέρεται η τάξις αυτή των απίστων με μουσουλμανικήν ενδυμασίαν αντίκειται προς τον Ιερόν Νόμον και η απαγόρευσις και αποπομπή της μιαράς αυτής υποθέσεως υπό των διοικητών και αξιωματούχων υπέχει θέσιν απαράβατου καθήκοντος, συμφώνως προς τον μωαμεθανικόν Ιερόν Νόμον, όστις είναι και η βάσις της θρησκείας μας, ως εκ τούτου, από τούδε και εις το εξής, η τάξις αύτη των απίστων ραγιάδων δεν θα έχη ως κάλυμμα κεφαλής κόκκινα ή άσπρα φέσια και δεν θα περιτυλίγει αυτά με λευκόν ή έγχρωμον ύφασμα, όπερ είναι ίδιον τοις Μουσουλμάνοις, αλλά θα φορεί σαλβάρια από μαύρον και κυανούν ύφασμα, χωρίς φουφούλες και δίπλες, και δεν θα φέρη εις τους πόδας κόκκινα γεμενιά, αλλά θα περιφέρεται με μαύρα γεμενιά και κόκκινα παπούτσια, τα οποία είναι ίδια δια τους απίστους και θα περιφέρεται ούτω με αμφίεσιν απίστου, δια να διαφέρη και διακρίνεται από την τάξιν των μουσουλμάνων».
(Σταυριανίδου Σ. Ν. «Μεταφράσεις τουρκικών ιστορικών εγγράφων», τ. Ε΄, έγγραφα περιόδου 1752 -1765, σελ. 160 – 161, Ηράκλειο Κρήτης 1985).
Καλύμματα κεφαλής
«Το φέσ’ κοινώς φέσι ήτο χρώματος βαθέως κοκκίνου ή βυσσινί έλαβε δε το Τουρκικόν όνομά του εκ της πόλεως του Μαρόκου Φεζ, ένθα ως γνωστόν αρχικώς κατασκευάζοντο τοιαύτα, βαθμιαίως όμως η εκεί βιομηχανία φεσίων παρήκμασεν , εισήγοντο δε ταύτα εν Τουρκία εξ Αυστρίας.
Το φέσ’ είχε φούνταν κουρσίν ή πισκίλ’ λεγομένην (Τουρκ. püskül) εκ μετάξης στριφτής χρώματος μαύρου και έχουσαν όλας τας κλωστάς ισομήκεις. Η φούντα δεν εξηρτάτο απ’ ευθείας από το φέσ’, αλλά προσηρμόζετο εις το μέσον της κορυφής αυτού διά τινος μικρού σωληναρίου του αυτού ποιού και χρώματος πιπίκ’ λεγομένου και έφθανε μέχρι του άκρου του φεσιού, εις αρχαιοτέραν εποχήν έφθανε και πέραν του άκρου. Και εις την μίαν και εις την άλλην περίπτωσιν η φούντα εκρέμετο όπισθεν, ενίοτε δε και πλαγίως προς το μέρος του δεξιού ή αριστερού ωτός.
Η χρήσις του φεσίου ήρχιζεν από του 6ου ή του 7ου ή και 8ου έτους, μέχρι δε της ηλικίας εκείνης μόνον εν καιρώ μεγάλου ψύχους οι παίδες εκάλυπταν την κεφαλήν με μανδήλια μεγάλα χρωματιστά, των οποίων τα άκρα έδεναν κάτωθεν των σιαγόνων ενίοτε δε, αφού διεσταύρωναν τα άκρα κάτωθεν των σιαγόνων, τα έδεναν επί του αυχένος…
Η κουκούλα ήτο κάλυμμαν της κεφαλής εκείνων, οι οποίοι εφόρουν την ενδυμασία του Λαζιστάν την λεγόμενην ζίπκα…»
(Μυρίδου Χρυσ., «Λαογραφικά Λιβεράς», Αθήνα 1948).
«Κάλυμμα της κεφαλής καθαρώς μωαμεθανικό είναι το σαρίκι ή ταρμπίχ (βυζαντινόν φακεώλιον1, ένα ύφασμα πολύπηχο, λευκό ή χρωματιστό, βαμβακερό ή μεταξωτό. Ο ιδρυτής της θρησκείας Μωάμεθ, προκειμένου να εμφανιστεί στο φύλαρχο Χαμπίμπ Ιμπν Μάλεκ για να δικαστεί εφόρεσε σαρίκι.2 Το σαρίκι ήταν διακριτικό της τάξεως. Οι μουλάδες εφόρουν άσπρο, Οι χαλίφιδες πράσινο. Οι εμίρηδες πράσινο ή λευκό. Το σαρίκι των βεζύρηδων είχε δύο φτερά ερωδιού, των σουλτάνων πολύ μεγαλύτερο, είχε τρία φτερά ερωδιού και πολύτιμους λίθους.1 Οι Τούρκοι της Ανατολής άργησαν να δεχθούν το Μαροκκινό φέσι, γιατί ο κάθε καλός Μουσουλμάνος απεύφευγε να ντύνεται κατά τρόπο ξένο προς το έθνος του. Εκτός της καταισχύνης εθεωρείτο και ένοχος αποστασίας. Απέφευγε λοιπόν να αφήσει το πατροπαράδοτο σαρίκι και να φορέσει το φέσι ή ένα καπέλο ευρωπαϊκό.2 Έτσι δε βλέπουμε στις παλαιότερες εικόνες Τούρκο να φορεί φέσι. Κυρίως όταν ο Σουλτάν Μαχμούτ ο Β', επαναστάτης, στο σημείο αυτό, κατά του ιερού νόμου (τσεριάτ) επέβαλε με σουλτανική διαταγή (1810) τα φέσια, τότε “εξ ανάγκης και νόμου” (παροιμία κρητική), φόρεσαν το φέσι και πάλι οι περισσότεροι το τύλιγαν με τουμπάν. Ο κατώτερος Τούρκος πολίτης αρχικά φόρεσε ένα φέσι χωρίς φούντα εξύριζε το κεφάλι του και άφηνε στην κορυφή μια μεγάλη τούφα μαλλιών, την οποίαν επερνούσε από μία τρύπα που είχε επίτηδες το φέσι κι έτσι εσχηματίζετο ένα είδος φούντας. 3
Γενικά οι Τούρκοι εδέχθησαν το φέσι αργότερα από τη βράκα, την οποία αρχικώς εφόρεσαν μικροαστοί των παραλίων της Μικράς Ασίας.
Οπωσδήποτε η βράκα φορέθηκε από το στρατό και τους Τούρκους της ενδοχώρας παρηλλαγμένη και ονομάστηκε ποτούρ και ντον ή και τσουχά σαλβάρ...
Στο τουρκικό ναυτικό, δηλαδή στα τουρκικά καράβια η βράκα φορέθηκε σε μεγάλη κλίμακα, γιατί αυτοί που τη φορούσαν ήσαν Έλληνες νησιώτες.
…Όταν η υπηρεσία του κράτους το απαιτεί ο Σουλτάνος διατάσσει όλα τα ελληνικά νησιά, τα οποία είναι υποχρεωμένα να δώσουν ένα αριθμό ναυτών, που τους χρησιμοποιούν μόνο για να μανουβράρουν τα πλοία. Οι μουσουλμάνοι υποχρεούνται να μάχωνται.
Ραγδαία μεταβολή ως προς το ένδυμα των Τούρκων (πολιτικό και στρατιωτικό) άρχισε στις αρχές του 19ου αιώνος, οπότε άρχισαν να δέχονται το ευρωπαϊκό ένδυμα και ο στρατός αναδιοργανώθηκε κατά το ευρωπαϊκό σύστημα. Ραγδαιοτάτη δε υπήρξε, όπως ξέρομε, επί Μουσταφά Κεμάλ, τότε που «το σαρίκι και το φέσι πήγαν στο καλό».
(Φραγκάκι Κ. Ε., «Η λαϊκή τέχνη της Κρήτης». Ανδρική φορεσιά, Αθήνα 1960).
Ενδυμασία ανδρός
«Η τζόχα και αι ζίπκες αι οποίαι ήσαν άλλοτε η κυρίως ενδυμασία των κατοίκων της πόλεως, αντικατεστάθησαν κατά τα τελευταία έτη με την συνήθη σημερινή ενδυμασίαν, εκτός του καλύμματος της κεφαλής, το οποίον ήτο ερυθρόν φέσι με την μαύρην φούντα».
(«Ιστορία και Λαογραφία εκκλησιαστικής επαρχίας Κολωνίας και Νικοπόλεως», σελ. 104, Καβάλα χ.χ. Εκδόθηκε από επιτροπή Ποντίων 1ης γενιάς)
Το Φέσ’ ή φάσ’ ή φέζ’ ή παπάχι (Κρώμνη): νεότερο κάλυμμα κεφαλής των Τούρκων το οποίο θεωρείτο και εθνικό. Υιοθετήθηκε από τους υποτελείς χριστιανούς.
Πρέπει, λοιπόν, να καταλάβουμε ότι η ζίπκα φορέθηκε μόνο λίγες δεκαετίες (από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1910) από όλους τους λαούς της περιοχής και μάλιστα πολλοί την εγκατέλειψαν νωρίτερα αντικαθιστώντας την με την ευρωπαϊκή ενδυμασία (φράγκικα), ενώ το φέσι για εκατονταετίες.
Η αντίληψη κάποιων ότι το φέσι δεν αφομοιώθηκε ενδυματολογικά από τους Έλληνες του Πόντου μπορεί να τονώνει το εθνικό μας φρόνημα, απέχει όμως πολύ από την αλήθεια. Έτσι, όταν θα χρειαστεί να στηρίξουμε την άποψή μας επίσημα, όπως για παράδειγμα σε ένα παγκόσμιο συνέδριο, φοβάμαι ότι με αυτά τα επιχειρήματα θα γελοιοποιηθούμε. Θα πρέπει να προσέχουμε διότι αποπροσανατολίζουμε ανθρώπους κυρίως νέους που ασχολούνται με την παράδοση και τους οδηγούμε σε λανθασμένα συμπεράσματα. Ειδικά όταν αυτά που ισχυριζόμαστε μπορούν εύκολα να καταρριφθούν από το υπάρχον φωτογραφικό υλικό και όχι μόνο. Δε θέλω να πιστέψω ότι η Ομοσπονδία έχασε την ψυχραιμία της και επικοινωνεί με συλλόγους παρακαλώντας τους να μη φορέσουν το φέσι. Είναι δικαίωμα του καθενός να λειτουργεί με βάση την αισθητική του. Όταν όμως αυτή επηρεάζει την παράδοση ενός λαού πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, γιατί σε βάθος χρόνου μπορεί να διαψευστούμε. Θα ήταν προτιμότερο για την ΠΟΕ να διοργανώσει ένα επιστημονικό συνέδριο για την ενδυμασία και, ανάλογα με τα συμπεράσματα που θα προκύψουν από τους ειδικούς, να τοποθετηθεί και όχι να αποφασίζει βεβιασμένα πιεζόμενη από μια χούφτα ανθρώπων χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις. Αυτό θα προστάτευε και το κύρος της ως θεσμού και τους ανθρώπους που την αποτελούν. Επίσης, θα πρέπει να σκεφτούμε και τους άλλους συνέλληνες με καταγωγή από τη Μικρά Ασία που φοράνε ακόμα φέσι και τραγουδούν την παράδοσή τους στην τούρκικη γλώσσα. Άραγε τι γνώμη θα σχηματίσουν για μας;
«Ανέβηκα στους ώμους των προγόνων μου για να οραματιστώ το μέλλον». (Αινστάιν).
«Αν θέλεις να φτάσεις προς το άπειρο γνώρισε το πεπερασμένο σε όλες του τις εκφάνσεις˙το πεπερασμένο ανήκει και ο λαϊκός πολιτισμός» (Κ. Καραθοδωρής, μαθηματικός).
Αναπόσπαστο κομμάτι του λαϊκού πολιτισμού αποτελεί ο τομέας της ενδυμασίας. Η γνώση πάνω σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε κάθε τομέα του λαϊκού πολιτισμού, πρέπει να είναι σαφής, ανεπηρέαστη από προκαταλήψεις και συναισθηματισμούς, προκειμένου να αποτελεί γνήσια παράδοση. Στο πλαίσιο αυτό και με αφορμή τη «διαμάχη» που έχει προκύψει στον οργανωμένο ποντιακό χώρο σχετικά με τη χρήση του φεσιού ως εξαρτήματος της παραδοσιακής ποντιακής ενδυμασίας, θεωρούμε χρέος μας να παραθέσουμε μία σειρά μαρτυριών συναφών με το θέμα, πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό υπηρετούμε τη γνώση και την αλήθεια.
«Η ενδυμασία, όπως και η κατοικία και η τροφή, προσείλκυσε το επιστημονικό ενδιαφέρον, ως το σημείο να διαμορφωθεί και επιστημονικός κλάδος, μια αυτόνομη επιστήμη, η ενδυματολογία, που ερευνά σε βάθος τα ενδύματα και το ντύσιμο από σκοπιά ιστορική, οικονομική, ψυχολογική, κοινωνιολογική, γεωγραφική και κατασκευαστική. Ερμηνεύει έτσι, την πολυδιάστατη παρουσία των ενδυμάτων και τους παράγοντες που την καθορίζουν, καθώς, από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους αυτά ξεπέρασαν τον πρωταρχικό τους σκοπό, απλά προστατευτικό από τις καιρικές συνθήκες, και διαδραμάτισαν το ρόλο μεταφοράς πληροφοριών για την προσωπική και κοινωνική ταυτότητα των ατόμων.
[…]Οι πηγές μελέτης της παραδοσιακής φορεσιάς είναι πολλές, γραπτά κείμενα, εικαστικές μαρτυρίες, προφορική παράδοση, αλλά κυρίως οι ίδιες οι φορεσιές, που έχουν διασωθεί και φυλάσσονται σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία.
[…]Ο τρόπος διαμόρφωσης των ενδυμασιών αυτών ακολουθεί τους νόμους της παράδοσης: είναι προφορικός και άγραφος. Η μια γενιά παραδίδει στην άλλη, η μάνα στην κόρη, ο παππούς στον εγγονό, ο τεχνίτης στο μαθητευόμενο, γεγονός που συνεπάγεται συντηρητισμό και πολύ αργές εξελικτικές διαδικασίες, που χαρακτηρίζουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής στο σύνολό του.
Οι παραδοσιακές ενδυμασίες δεν ακολουθούσαν τη μόδα κάθε εποχής, τούτο όμως δε σημαίνει ότι δεν επηρεάζονταν από τη μόδα. Οι αλλαγές είναι μικρές κι ο ρυθμός αργός, για την παραδοσιακή κοινωνία οποιαδήποτε αλλαγή έπρεπε να έχει τη γενική αποδοχή των μελών της κοινωνίας.
Τι συμβαίνει σήμερα.
[…] Ο δημοτικός χορός δεν είναι μόνο διασκέδαση και η φορεσιά δεν είναι μια διακόσμηση. Έχοντας υπόψη τον πολύπτυχο ρόλο των κουστουμιών στην κοινότητα γεννιέται συνακόλουθα το ερώτημα: ποια ακριβώς ενδυμασία εννοούμε, ή καλύτερα, χρησιμοποιούμε για να αναβιώσουμε, να αναπαραστήσουμε το παρελθόν, ώστε, ταυτόχρονα, με την «εικαστική ρητορική» της να μεταδώσει τα μηνύματα που θα γνωστοποιήσουν την οργανική σχέση της με την κοινότητα;
1.Την ενδυμασία ποιας χρονικής περιόδου; όταν από τα τέλη του 19ου αι. ήρθε η οριστική εγκατάλειψη των παραδοσιακών στοιχείων των φορεσιών και η αστικοποίησή τους.
2.Την ενδυμασία ποιανού τόπου, όταν γνωρίζουμε ότι κάθε τόπος έχει τη φορεσιά του[…]
3.Την ενδυμασία ποιας κοινωνικής ηλικίας όταν στις παραδοσιακές κοινότητες οι κατά ηλικία διακρίσεις και των δύο φύλων σημειώνονταν με τη φορεσιά τους…
4.Την ενδυμασία ποιας χρονικής στιγμής – περίστασης[…]
Στα παραπάνω ερωτήματα που αφορούν την επιλογή συγκεκριμένου σχήματος που θα «αναβιώσει» και που συνακόλουθα θα «ντύσει» μια παράσταση παραδοσιακών χορών, σπάνια δίνουμε απαντήσεις, όταν το γεγονός είναι συντελεσμένο, γιατί το οπτικό αποτέλεσμα που ένας ειδήμων παρακολουθεί πολύ συχνά είναι ένα συνονθύλευμα σχημάτων, χρωμάτων, στοιχείων που καμιά πραγματικότητα του παρελθόντος δεν αντιπροσωπεύει στο σύνολό του.
Ο Άλκης Ράφτης για το θέμα αυτό επισημαίνει: «κανείς δε φαίνεται να υποψιάζεται ότι οι φορεσιές αυτές δεν είναι μια κάποια μεταμφίεση, δεν είναι κοστούμια για καρναβάλι. Είναι ιστορικά αντικείμενα, εθνικά κειμήλια, απομεινάρια ενός πολιτισμού που αναπτύχθηκε από τους προγόνους μας και τελειοποιήθηκε επί αιώνες…»
(Ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές και τοπική ενδυμασία.
Επιμέλεια: Ομηριάδης Αλέξανδρος, Νέος Σκοπός 2008).
«[…]Μια ματιά στα ιστορικά στοιχεία δείχνει αμέσως ότι τεράστιος αριθμός Οθωμανών χριστιανών και εβραίων βρίσκονταν πάνω από τους μουσουλμάνους στην κοινωνική ιεραρχία, απολαμβάνοντας μεγαλύτερο πλούτο και πρόσβαση στην πολιτική εξουσία. Σε πολλές περιπτώσεις, ένας πλούσιος χριστιανός έμπορος, για παράδειγμα, είχε μεγαλύτερο τοπικό κύρος και επιρροή από έναν εξαθλιωμένο μουσουλμάνο στρατιώτη. Η κατηγορία δηλαδή του μουσουλμάνου ή του χριστιανού δεν καθόριζε από μόνη της την κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητα ενός ατόμου, αλλά αποτελούσε μια από τις πολλές ιδιότητες που το καθόριζαν[…]
Οι νόμοι περί ενδυμασίας, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν από παλιά τόσο από το κράτος όσο και από τους υπηκόους αποτελούσαν σημαντικούς δείκτες κοινωνικής κινητικότητας και επεσήμαιναν τις διαφορές μεταξύ αξιωματούχων, ανάμεσα στους αξιωματούχους και τις τάξεις των υπηκόων, και ανάμεσα στις τάξεις των υπηκόων. Οι νόμοι καθόριζαν το συγκεκριμένο κάλυμμα της κεφαλής και τα ενδύματα που προσιδίαζαν σε κάθε βαθμό, έδιναν έμφαση στο κάλυμμα της κεφαλής αλλά διέκριναν επίσης τύπους και χρώματα ενδυμάτων, υποδημάτων, ζωνών και άλλων εξαρτημάτων της αμφίεσης. Οι νόμοι αυτοί είχαν σκοπό να διακρίνουν το λαό σε χωριστές ομάδες, η κάθε μία με τη χαρακτηριστική της ενδυμασία, μέσα στις οποίες όλοι γνώριζαν τα όριά τους και σέβονταν τους ανωτέρους τους. Μερικές φορές την πρωτοβουλία για τη θέσπιση ή την επιβολή των νόμων περί ενδυμασίας την έπαιρνε το κράτος. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, αυτό ήταν έργο των υπηκόων: φοβούμενοι την υπονόμευση της θέσης τους στην κοινωνία, έκαναν έκκληση στο κράτος να δράσει. Νόμοι περί ενδυμασίας ίσχυαν σε πολλές περιοχές του «προνεωτερικού» κόσμου, και ιστορικοί έχουν επισημάνει το στενό συσχετισμό ανάμεσα σε μεταβολές στην αμφίεση και σε μεταβολές στη δομή της κοινωνίας. Μοιάζει σημαντικό το γεγονός ότι ο σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (1520 - 1566) επέβαλε μαζικές ρυθμίσεις που καθόριζαν την ενδυματολογική συμπεριφορά, ακριβώς τη στιγμή που η αυτοκρατορία έφτανε στο τέλος μιας εποχής μεγάλης κοινωνικής κινητικότητας και ρευστότητας. Από εκεί και ύστερα, οι νόμοι περί ενδυμασίας παρέμειναν αμετάβλητοι στη βάση τους για πάνω από 150 χρόνια μέχρι περίπου το 1720. Κατά την περίοδο αυτή, οι αλλαγές στην ενδυμασία ήταν σχετικά λίγες και η κοινωνική κινητικότητα συγκριτικά μικρή. Κατόπιν όμως, ξεκινώντας από τις αρχές του 18ου αι., άρχισε μια σταθερή ροή νόμων περί ενδυμασίας. Την εποχή εκείνη, σε ολόκληρο τον κόσμο – στην Ευρώπη, στις δύο Αμερικές, την ανατολική Ασία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία – αναδύονταν νέες ομάδες οι οποίες αμφισβήτησαν την οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξουσία των κυρίαρχων δυναστειών και των υποστηρικτών τους.
[…]Από την εποχή των Τουλιπών και σε όλο τον υπόλοιπο 18ο αι. εμφανίστηκε πληθώρα νόμων περί ενδυμασίας, όπως για παράδειγμα τη δεκαετία του 1720, του 1750, 1790. Οι νόμοι αυτοί κήρυτταν την πίστη σε ένα στάτους κβο ιδιαίτερα εφήμερο – στην ηθική, την κοινωνική πειθαρχία και την τάξη – και κατήγγειλαν με στόμφο γυναικεία και ανδρικά ενδύματα που μπορεί να ήταν πολύ σφιχτά, πολύ άσεμνα, πολύ ιδιόρρυθμα ή με λάθος χρώματα. Τη δεκαετία του 1760 οι νόμοι καταδίκαζαν τους εμπόρους και τεχνίτες που φορούσαν γούνα ερμίνας, προνόμιο του σουλτάνου και των βεζίρηδων του.
Η κοινωνική μεταβολή και κινητικότητα έγινε τόσο έντονη και υπερέβη τόσο τη δυνατότητα του κράτους να την ελέγξει ώστε το 1829 ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ υποχώρησε ξαφνικά και κατάργησε τα παλιά διακριτικά κοινωνικής θέσης που βασίζονταν στην αμφίεση. Στη θέση τους, ένα νέο σύστημα ρυθμίσεων απαιτούσε από όλους τους αξιωματούχους να φορούν φέσι, δηλαδή ακριβώς το ίδιο κάλυμμα κεφαλής. Με την πράξη αυτή όλοι οι κρατικοί υπάλληλοι είχαν την ίδια εμφάνιση: τα διαφορετικά τουρμπάνια και τα τιμητικά ενδύματα καταργούνταν. Μόνον οι ιερατικές τάξεις εξαιρούνταν από τη ρύθμιση. Οι γυναίκες από τη μεριά τους, απλώς αγνοήθηκαν. Επιπλέον, ο σουλτάνος ζητούσε και από τις τάξεις των μη αξιωματούχων να φορούν το φέσι, προκειμένου να δημιουργήσει μια αδιαφοροποίητη οθωμανική υπηκοότητα χωρίς διακρίσεις. Ο νόμος του 1829 αντέστρεψε τις προηγούμενες πρακτικές, που χρησιμοποιούσαν τη νομοθεσία περί ενδυμασίας προκειμένου να δημιουργήσουν ή να διατηρήσουν διαφορές, και στη θέση τους επεδίωκε να επιβάλει μια οπτική ομοιομορφία σε όλους τους κρατικούς υπαλλήλους και υπηκόους αρσενικού γένους.
Μακραίωνοι κανόνες που στόχευαν να διαχωρίζουν τους μπαλωματήδες από τους αργυροχόους, τους εμπόρους από τους τεχνίτες και τους μουσουλμάνους από τους μη μουσουλμάνους, αίφνης εξαφανίστηκαν. Φορώντας το φέσι, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και η υπόλοιπη ανδρική κοινωνία (εκτός από τις ιερατικές τάξεις) έπρεπε στο εξής να έχουν την ίδια εμφάνιση ενώπιον του μονάρχη και μεταξύ τους. Δεν θα υπήρχαν πλέον διακριτικά επαγγέλματος, βαθμού ή θρησκείας βάσει της αμφίεσης. Ο νόμος του 1829 προοιωνιζόταν έτσι τα διατάγματα του Τανζιμάτ το 1839 και το 1856, τα οποία προσπάθησαν να εγκαθιδρύσουν την ισότητα όλων των Οθωμανών υπηκόων, ασχέτως θρησκευτικής ή άλλης συλλογικής ταυτότητας.
Πολλοί καλωσόρισαν την τελική εξαφάνιση των παλιών διακριτικών, τα οποία μετά από πιέσεις κατέρρευσαν μπροστά στη διογκούμενη κοινωνική μεταβολή. Φέσι, φράκο και παντελόνι έγιναν η νέα στολή των αξιωματούχων. Ελεύθεροι τώρα από νομικούς περιορισμούς, πολλοί πλούσιοι έμποροι, οι οποίοι κατά κύριο λόγο δεν ήταν μουσουλμάνοι, υιοθέτησαν αμέσως τη νέα ενδυμασία προκειμένου να αποφύγουν τις διακρίσεις που επέφερε ενίοτε η διαφορετικότητα. Άλλοι Οθωμανοί υπήκοοι όμως απέρριπταν την προσπάθεια να δημιουργηθεί ενιαία ενδυμασία και δημιούργησαν νέα κοινωνικά διακριτικά. Στην κατώτερη βαθμίδα της κοινωνικής κλίμακας, οι Οθωμανοί εργάτες – τόσο μουσουλμάνοι όσο και μη – απέρριπταν συχνά το φέσι. Δεν επρόκειτο για κάποιο αντιδραστικό μέτρο που αντιτίθονταν στην ισότητα μουσουλμάνων και μη. Οι εργάτες επέμεναν στη διατήρηση της ταξικής διαφοράς και αλληλεγγύης, ενάντια σε ένα κράτος που επιτίθετο στα προνόμια των συντεχνιών, είχε εξοντώσει τους γενίτσαρους προστάτες τους και αποδομούσε οικονομικά προγράμματα που για πολύ καιρό προσέφεραν προστασία και προνόμια στους εργάτες. Πολλοί, όχι όμως όλοι οι εργάτες, μουσουλμάνοι και μη, έμεναν σε ένα κάλυμμα κεφαλής που τους διέκρινε ως ξεχωριστή ομάδα. Κάποιοι εργάτες φορούσαν το φέσι και άλλοι διατηρούσαν ένα ξεχωριστό κάλυμμα. Σε ανώτερες θέσεις της κοινωνικής κλίμακας, πολλοί πλούσιοι, μουσουλμάνοι ή μη, επεδείκνυαν τον καινούργιο πλούτο τους, την ισχύ και τη σημαντική κοινωνική θέση τους με το να ντύνονται υπερβολικά, σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας. Η διαδικασία κατέληξε σε εμπαιγμό της νομοθεσίας του 1829, η οποία προσπαθούσε να επιβάλει την ομοιομορφία, τη σεμνότητα και την απλότητα.
Η αυξανόμενη ενδυματολογική ετερογένεια του 19ου αι. αντανακλούσε έτσι την ογκούμενη κοινωνική ρευστότητα και την προϊούσα διάλυση των παλαιών συνόρων, τα οποία χώριζαν τις διάφορες επαγγελματικές και θρησκευτικές ομάδες και τάξεις στην Οθωμανική κοινωνία».
(Donald Quataert, Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, Οι τελευταίοι αιώνες, 1700-1922, μετάφραση Μαρίνος Σαρήγιαννης, εκδ. Αλεξάνδρεια).
ΑΥΣΤΗΡΑ ΔΙΑΤΑΓΗ ΔΙΑ ΤΑΣ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΡΑΓΙΑΔΩΝ
Τ.Α.Η. Κωδ. 9ος, σελ.215 25 zilkade 1174
Αρ. μεταφρ. 2727 29 Μαΐου 1761
«Ιερολογιώτατε Καδή εφένδη του Χάνδακος και εντιμότατε αρχιαστυνόμε και αγά του εν Χανδάκι υψηλού τάγματος των αυτοκρατορικών γενιτσάρων, γίνεται υμίν γνωστόν.
Επειδή η ενδυμασία και εξωτερική εμφάνισις των εν τη χώρα του Ισλάμ κατοικούντων φόρου υποτελών Ιουδαίων, Χριστιανών και Αρμενίων της Περσίας δέον να διακρίνεται και διαχωρίζεται από ταύτην του ισλαμικού κόσμου και είναι τούτο εκ των αναγκαίων απαιτήσεων της θρησκείας, εξεδόθη προ καιρού, δια την εν τη πεφημισμένη σουλτανική πόλει Ισλαμπόλ κατοικούσαν τάξιν των ανθρώπων τούτων, έξοχος αυτοκρατορική διαταγή, δυνάμει ειδικού αυτογράφου διαταγής του Α. Μεγαλειότητος του κραταιού και σεβαστού ημών Άνακτος και αυθέντου μας, διακανονιστική του ζητήματος τούτου. Συμφώνως προς το υψηλόν γράμμα της διαταγής ταύτης, η οποία δέον να ισχύει δι’ ολόκληρον την περιφρούρητον αυτοκρατορικήν επικράτεια, επιβάλλεται όπως απαγορευθή και γίνη αυστηρά παραγγελία εις την τάξιν των χριστιανών, δια να μην φέρουν σαλβάρια από τσόχαν, τα οποία φορεί ειδικώς η εν Χάνδακι τάξις των Μουσουλμάνων, οι γενίτσαροι του υψηλού αυτοκρατορικού τάγματος και οι λοιποί στρατιωτικοί, ούτε και περισκελίδες γενιτσάρων, ούτε και γεμενιά (Είδη μανδηλίων εξ υφάσματος χρωματιστού και κλαδωτού, χρησιμοποιουμένων ως φακιόλια των γυναικών) κοκκίνου χρώματος και κόκκινα φέσια και άλλα ενδύματα, τα οποία ειδικώς φορούνται από τους Μουσουλμάνους, διά να δύνανται ούτω να διακρίνονται από την τάξιν των Μουσουλμάνων…
Τη 25 Ζιλκαδέ 1174 (29 Μαΐου 1761)».
`
Και παρακάτω σε άλλη διαταγή που εκδόθηκε στις 25 Αυγούστου 1762 (4 Safer 1176) αναφέρεται: «…Οι εν τη πόλει κατοικούντες φόρου υποτελείς εκ της τάξεως των απίστων, βασιζόμενοι επί τινων ατόμων και επί της ολιγορίας των αρμοδίων, περιφέρονται εντός του φρουρίου φέροντες ενδυμασίας αι οποίαι είναι όμοιαι προς τας ενδυμασίας των Μουσουλμάνων και άλλοι πάλιν εκ των απίστων φέρουσι επί των κεφαλών των κόκκινα φέσια και τυλίγουσιν αυτά με σαρίκια και ούτω καθίσταται δύσκολος ο διαχωρισμός και η διάκρισις αυτών από τους Μουσουλμάνους. Επειδή το να περιφέρεται η τάξις αυτή των απίστων με μουσουλμανικήν ενδυμασίαν αντίκειται προς τον Ιερόν Νόμον και η απαγόρευσις και αποπομπή της μιαράς αυτής υποθέσεως υπό των διοικητών και αξιωματούχων υπέχει θέσιν απαράβατου καθήκοντος, συμφώνως προς τον μωαμεθανικόν Ιερόν Νόμον, όστις είναι και η βάσις της θρησκείας μας, ως εκ τούτου, από τούδε και εις το εξής, η τάξις αύτη των απίστων ραγιάδων δεν θα έχη ως κάλυμμα κεφαλής κόκκινα ή άσπρα φέσια και δεν θα περιτυλίγει αυτά με λευκόν ή έγχρωμον ύφασμα, όπερ είναι ίδιον τοις Μουσουλμάνοις, αλλά θα φορεί σαλβάρια από μαύρον και κυανούν ύφασμα, χωρίς φουφούλες και δίπλες, και δεν θα φέρη εις τους πόδας κόκκινα γεμενιά, αλλά θα περιφέρεται με μαύρα γεμενιά και κόκκινα παπούτσια, τα οποία είναι ίδια δια τους απίστους και θα περιφέρεται ούτω με αμφίεσιν απίστου, δια να διαφέρη και διακρίνεται από την τάξιν των μουσουλμάνων».
(Σταυριανίδου Σ. Ν. «Μεταφράσεις τουρκικών ιστορικών εγγράφων», τ. Ε΄, έγγραφα περιόδου 1752 -1765, σελ. 160 – 161, Ηράκλειο Κρήτης 1985).
Καλύμματα κεφαλής
«Το φέσ’ κοινώς φέσι ήτο χρώματος βαθέως κοκκίνου ή βυσσινί έλαβε δε το Τουρκικόν όνομά του εκ της πόλεως του Μαρόκου Φεζ, ένθα ως γνωστόν αρχικώς κατασκευάζοντο τοιαύτα, βαθμιαίως όμως η εκεί βιομηχανία φεσίων παρήκμασεν , εισήγοντο δε ταύτα εν Τουρκία εξ Αυστρίας.
Το φέσ’ είχε φούνταν κουρσίν ή πισκίλ’ λεγομένην (Τουρκ. püskül) εκ μετάξης στριφτής χρώματος μαύρου και έχουσαν όλας τας κλωστάς ισομήκεις. Η φούντα δεν εξηρτάτο απ’ ευθείας από το φέσ’, αλλά προσηρμόζετο εις το μέσον της κορυφής αυτού διά τινος μικρού σωληναρίου του αυτού ποιού και χρώματος πιπίκ’ λεγομένου και έφθανε μέχρι του άκρου του φεσιού, εις αρχαιοτέραν εποχήν έφθανε και πέραν του άκρου. Και εις την μίαν και εις την άλλην περίπτωσιν η φούντα εκρέμετο όπισθεν, ενίοτε δε και πλαγίως προς το μέρος του δεξιού ή αριστερού ωτός.
Η χρήσις του φεσίου ήρχιζεν από του 6ου ή του 7ου ή και 8ου έτους, μέχρι δε της ηλικίας εκείνης μόνον εν καιρώ μεγάλου ψύχους οι παίδες εκάλυπταν την κεφαλήν με μανδήλια μεγάλα χρωματιστά, των οποίων τα άκρα έδεναν κάτωθεν των σιαγόνων ενίοτε δε, αφού διεσταύρωναν τα άκρα κάτωθεν των σιαγόνων, τα έδεναν επί του αυχένος…
Η κουκούλα ήτο κάλυμμαν της κεφαλής εκείνων, οι οποίοι εφόρουν την ενδυμασία του Λαζιστάν την λεγόμενην ζίπκα…»
(Μυρίδου Χρυσ., «Λαογραφικά Λιβεράς», Αθήνα 1948).
«Κάλυμμα της κεφαλής καθαρώς μωαμεθανικό είναι το σαρίκι ή ταρμπίχ (βυζαντινόν φακεώλιον1, ένα ύφασμα πολύπηχο, λευκό ή χρωματιστό, βαμβακερό ή μεταξωτό. Ο ιδρυτής της θρησκείας Μωάμεθ, προκειμένου να εμφανιστεί στο φύλαρχο Χαμπίμπ Ιμπν Μάλεκ για να δικαστεί εφόρεσε σαρίκι.2 Το σαρίκι ήταν διακριτικό της τάξεως. Οι μουλάδες εφόρουν άσπρο, Οι χαλίφιδες πράσινο. Οι εμίρηδες πράσινο ή λευκό. Το σαρίκι των βεζύρηδων είχε δύο φτερά ερωδιού, των σουλτάνων πολύ μεγαλύτερο, είχε τρία φτερά ερωδιού και πολύτιμους λίθους.1 Οι Τούρκοι της Ανατολής άργησαν να δεχθούν το Μαροκκινό φέσι, γιατί ο κάθε καλός Μουσουλμάνος απεύφευγε να ντύνεται κατά τρόπο ξένο προς το έθνος του. Εκτός της καταισχύνης εθεωρείτο και ένοχος αποστασίας. Απέφευγε λοιπόν να αφήσει το πατροπαράδοτο σαρίκι και να φορέσει το φέσι ή ένα καπέλο ευρωπαϊκό.2 Έτσι δε βλέπουμε στις παλαιότερες εικόνες Τούρκο να φορεί φέσι. Κυρίως όταν ο Σουλτάν Μαχμούτ ο Β', επαναστάτης, στο σημείο αυτό, κατά του ιερού νόμου (τσεριάτ) επέβαλε με σουλτανική διαταγή (1810) τα φέσια, τότε “εξ ανάγκης και νόμου” (παροιμία κρητική), φόρεσαν το φέσι και πάλι οι περισσότεροι το τύλιγαν με τουμπάν. Ο κατώτερος Τούρκος πολίτης αρχικά φόρεσε ένα φέσι χωρίς φούντα εξύριζε το κεφάλι του και άφηνε στην κορυφή μια μεγάλη τούφα μαλλιών, την οποίαν επερνούσε από μία τρύπα που είχε επίτηδες το φέσι κι έτσι εσχηματίζετο ένα είδος φούντας. 3
Γενικά οι Τούρκοι εδέχθησαν το φέσι αργότερα από τη βράκα, την οποία αρχικώς εφόρεσαν μικροαστοί των παραλίων της Μικράς Ασίας.
Οπωσδήποτε η βράκα φορέθηκε από το στρατό και τους Τούρκους της ενδοχώρας παρηλλαγμένη και ονομάστηκε ποτούρ και ντον ή και τσουχά σαλβάρ...
Στο τουρκικό ναυτικό, δηλαδή στα τουρκικά καράβια η βράκα φορέθηκε σε μεγάλη κλίμακα, γιατί αυτοί που τη φορούσαν ήσαν Έλληνες νησιώτες.
…Όταν η υπηρεσία του κράτους το απαιτεί ο Σουλτάνος διατάσσει όλα τα ελληνικά νησιά, τα οποία είναι υποχρεωμένα να δώσουν ένα αριθμό ναυτών, που τους χρησιμοποιούν μόνο για να μανουβράρουν τα πλοία. Οι μουσουλμάνοι υποχρεούνται να μάχωνται.
Ραγδαία μεταβολή ως προς το ένδυμα των Τούρκων (πολιτικό και στρατιωτικό) άρχισε στις αρχές του 19ου αιώνος, οπότε άρχισαν να δέχονται το ευρωπαϊκό ένδυμα και ο στρατός αναδιοργανώθηκε κατά το ευρωπαϊκό σύστημα. Ραγδαιοτάτη δε υπήρξε, όπως ξέρομε, επί Μουσταφά Κεμάλ, τότε που «το σαρίκι και το φέσι πήγαν στο καλό».
(Φραγκάκι Κ. Ε., «Η λαϊκή τέχνη της Κρήτης». Ανδρική φορεσιά, Αθήνα 1960).
Ενδυμασία ανδρός
«Η τζόχα και αι ζίπκες αι οποίαι ήσαν άλλοτε η κυρίως ενδυμασία των κατοίκων της πόλεως, αντικατεστάθησαν κατά τα τελευταία έτη με την συνήθη σημερινή ενδυμασίαν, εκτός του καλύμματος της κεφαλής, το οποίον ήτο ερυθρόν φέσι με την μαύρην φούντα».
(«Ιστορία και Λαογραφία εκκλησιαστικής επαρχίας Κολωνίας και Νικοπόλεως», σελ. 104, Καβάλα χ.χ. Εκδόθηκε από επιτροπή Ποντίων 1ης γενιάς)
Το Φέσ’ ή φάσ’ ή φέζ’ ή παπάχι (Κρώμνη): νεότερο κάλυμμα κεφαλής των Τούρκων το οποίο θεωρείτο και εθνικό. Υιοθετήθηκε από τους υποτελείς χριστιανούς.
Πρέπει, λοιπόν, να καταλάβουμε ότι η ζίπκα φορέθηκε μόνο λίγες δεκαετίες (από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1910) από όλους τους λαούς της περιοχής και μάλιστα πολλοί την εγκατέλειψαν νωρίτερα αντικαθιστώντας την με την ευρωπαϊκή ενδυμασία (φράγκικα), ενώ το φέσι για εκατονταετίες.
Η αντίληψη κάποιων ότι το φέσι δεν αφομοιώθηκε ενδυματολογικά από τους Έλληνες του Πόντου μπορεί να τονώνει το εθνικό μας φρόνημα, απέχει όμως πολύ από την αλήθεια. Έτσι, όταν θα χρειαστεί να στηρίξουμε την άποψή μας επίσημα, όπως για παράδειγμα σε ένα παγκόσμιο συνέδριο, φοβάμαι ότι με αυτά τα επιχειρήματα θα γελοιοποιηθούμε. Θα πρέπει να προσέχουμε διότι αποπροσανατολίζουμε ανθρώπους κυρίως νέους που ασχολούνται με την παράδοση και τους οδηγούμε σε λανθασμένα συμπεράσματα. Ειδικά όταν αυτά που ισχυριζόμαστε μπορούν εύκολα να καταρριφθούν από το υπάρχον φωτογραφικό υλικό και όχι μόνο. Δε θέλω να πιστέψω ότι η Ομοσπονδία έχασε την ψυχραιμία της και επικοινωνεί με συλλόγους παρακαλώντας τους να μη φορέσουν το φέσι. Είναι δικαίωμα του καθενός να λειτουργεί με βάση την αισθητική του. Όταν όμως αυτή επηρεάζει την παράδοση ενός λαού πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, γιατί σε βάθος χρόνου μπορεί να διαψευστούμε. Θα ήταν προτιμότερο για την ΠΟΕ να διοργανώσει ένα επιστημονικό συνέδριο για την ενδυμασία και, ανάλογα με τα συμπεράσματα που θα προκύψουν από τους ειδικούς, να τοποθετηθεί και όχι να αποφασίζει βεβιασμένα πιεζόμενη από μια χούφτα ανθρώπων χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις. Αυτό θα προστάτευε και το κύρος της ως θεσμού και τους ανθρώπους που την αποτελούν. Επίσης, θα πρέπει να σκεφτούμε και τους άλλους συνέλληνες με καταγωγή από τη Μικρά Ασία που φοράνε ακόμα φέσι και τραγουδούν την παράδοσή τους στην τούρκικη γλώσσα. Άραγε τι γνώμη θα σχηματίσουν για μας;
«Ανέβηκα στους ώμους των προγόνων μου για να οραματιστώ το μέλλον». (Αινστάιν).
Mittwoch, 19. Mai 2010
Του Νίκου Γρηγοριάδη
Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Η πολυπρόσωπη πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα είχε σαφώς μια αρχή και ένα τέλος.
Ήταν καλή η επίσκεψη γιατί για ακόμη μια φορά θα (επανά) ξεκινήσει η συνεργασία με την Τουρκία που πιθανόν κανείς να μην ξέρει που σταμάτησε. Επί πλέον όπως δήλωσαν υπεύθυνα κατά την διάρκεια της επίσκεψης δεν έγιναν διαπραγματεύσεις αλλά διμερείς συνεργασίες. Ίσως οι συγκυρίες δεν επιτρέπουν αυτήν την στιγμή τις «σε βάθος» συζητήσεις . Μπορεί όμως κάτι να μην ετοιμάστηκε καλά, κάποια πράγματα να έγιναν γρήγορα ή και πρόχειρα και βέβαια έγιναν προσπάθειες ώστε να γεμίσει το «πρόγραμμα» με επιτυχημένα διμερή «τραπέζια» συνεντεύξεων και επισκέψεων σε αξιοθέατα. Παρά ταύτα αρκετός αριθμός εγγράφων υπογράφτηκε εκατέρωθεν.
Όμως ο Ερντογάν στην Αθήνα απέτυχε.
Η Αθήνα δέχτηκε ένα «ανώτερο συμβούλιο» για διμερή διάλογο και υπέγραψε 21 αδιάφορες συνεργασίες που είναι χαρτιά και τίποτε άλλο. Το «κλίμα» δυστυχώς δεν διορθώθηκε. Η προηγηθείσα της επίσκεψης συνέντευξη Ερντογάν στο κρατικό κανάλι και οι νουθεσίες του για το πώς θα πρέπει να συμπεριφέρεται ο Ελληνικός Λαός και ακολούθως οι υποδείξεις προς τα ΜΜΕ και για το πώς θα πρέπει να εργάζεται η Αντιπολίτευση συνθέτουν ευθεία και ωμή επέμβαση(παρέμβαση) στο εσωτερικό της χώρας που πυροδότησαν αρνητικό κλίμα. Όλοι κατάλαβαν ότι εάν καθόμασταν ήσυχοι όπως μας υπέδειξε ο Τούρκος Εφέντης Ερντογάν ούτε μέχρι σήμερα δεν θα είχαμε αποτινάξει από τον τράχηλο μας τον τουρκικό ζυγό! Έτσι ουσιαστικά οι γείτονες ήρθαν και έφυγαν άπρακτοι. Οι Τούρκοι εξ άλλου δεν κάνουν διάλογο αλλά παζάρια. Πάντα ήταν ένα δώσε - πάρε.
Αλλαγή στάσης σημαίνει ότι ανοίγω τους ορίζοντες ξεπερνώντας τα «αγκάθια» του παρελθόντος. Αλλαγή στάσης σημαίνει «όχι ότι έχω πρόθεση» αλλά «ήρθα εδώ αποφασισμένος» να αλλάξω τον ρου της ιστορικής πορείας γιατί θα δημιουργήσουμε κάτι το διαφορετικό. Θα ξεκινήσουμε από εκεί που κανείς μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε. Αυτό βέβαια δεν έγινε.
Το πρώτο ξεκάθαρο λάθος βήμα ήταν η άρνηση του Τούρκου Πρωθυπουργού να αποτίσει φόρο τιμής και να καταθέσει «Στεφάνι» στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Και ναι μεν η Αθήνα κράτησε χαμηλούς τόνους σε αυτό το θέμα αλλά όλοι γνωρίζουν ότι οι Έλληνες πολιτικοί στεφανώνουν με λαμπρότητα στην Άγκυρα τον σφαγέα του Ελληνισμού Κεμάλ Ατατούρκ. Επομένως η Αθήνα έπρεπε να διαμηνύσει εξ αρχής ότι δεν επιθυμούμε μια επανάληψη παρωδιών εάν δεν γίνει αυτό «το διαφορετικό» πρώτο βήμα . Η αδιαλλαξία της Άγκυρας είναι λογική . Πυρηνικά με το Ιράν, καλές σχέσεις με το Ισραήλ, πετρέλαια με την Ρωσία και την Αμερική. Επομένως γιατί να αποτίσει «ενός λεπτού σιγή» στο Μνημείο του «Άγνωστου Στρατιώτη»; Όμως αυτό το αρχικό σημείο είχε σαν αποτέλεσμα όλα τα υπόλοιπα που ακολούθησαν να ολοκληρώσουν μια τυπική εκτός κλίματος επίσκεψη και τελικά να καταλήξουν σε ανούσιες δηλώσεις εκατέρωθεν ο μεν ένας στην Τουρκική γλώσσα ο δε Έλληνας εκ διασποράς Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών στην μητρική Αγγλική και σπασμένη Ελληνική . Είδαμε γλυκανάλατες φιλικές χειρονομίες χάριν της δημοσιότητας, γραφειοκρατικές διαδικασίες πρωτοκόλλου και γραφικότητες. Όπως αυτή της συνάντησης Ερντογάν, Μίκη Θεοδωράκη και Γιώργου Παπανδρέου με φόντο την Ακρόπολη και…τον αδελφό του Πρωθυπουργού ο οποίος δεν πρόφτασε να φύγει από το πλάνο και ο φακός τον αποθανάτισε να τρέχει να κρυφτεί! Έτσι φάνηκε από λάθος ότι η δυναστεία Παπανδρέου εργάζεται σήμερα βοηθώντας τον Πρωθυπουργό (αδέλφια, σύζυγος, δύο μάνες) στην άσκηση της πολιτικής και κανείς δεν ξεχνάει τελικά ότι το παλαιοκομματικό πολιτικό σύστημα και το «μαγαζί» έχουν στην Ελλάδα υπόσταση, λόγο και «ψωμί»(από την εποχή της Μαργαρίτας και της Δήμητρας)…
Το τέλος της επίσκεψης Ερντογαν παίχτηκε όπως αναμένονταν πάνω από το Αιγαίο. Ερντογάν και ΝΑΤΟ είναι νόμιμοι και κάνουν εγκεκριμένες στρατιωτικές ασκήσεις από το Αιγαίο μέχρι το Σούνιο και την Εύβοια άσχετα από την άποψη της συμμάχου και φίλης Ελλάδας.
Ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας όμως ξεχνάει πολύ εύκολα. Τι θα γίνονταν αλήθεια αν έπεφτε Τουρκικό μαχητικό στο Αιγαίο και όχι Ελληνικό πριν λίγα χρόνια; Αλήθεια δεν το χωράει ο νους μας. Όμως η Ελλάδα τα μάζεψε πίσω και κάνει τον χαζό , άφωνο, φίλο. Ως εδώ όμως. Η Ελλάδα δεν εκχωρεί και δεν παραχωρεί. Δεν πρέπει. Όσο πιο ξεκάθαρη είναι αυτή η άποψη τόσο η Ελλάδα θα μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίζει την Εθνική της Ακεραιότητα. Το βυθίσατε το Χώρα μέχρι το βυθίζουμε την Χώρα δεν απέχει και πολύ. Και επειδή οι πολιτικοί άντρες στην Ελλάδα τελούν πλέον υπό βαθιά αμφισβήτηση καλείται ο Ελληνικός Λαός να διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλμού την εδαφική του ακεραιότητα. Η εμπιστοσύνη προς τον διαπλεγμένο πολιτικό κόσμο είναι χαμένη προ πολλού. Το σάπιο πολιτικό σύστημα με τα ξύλινα πόδια κάνει αγώνα δρόμου και ψεύδους προκειμένου να επιβιώσει το ίδιο στην Εξουσία. Η εδαφική ακεραιότητα και τα υπόλοιπα είναι ψιλά γράμματα γι για τους μικροπολιτικούς μας.
Η θέληση του Ελληνικού Λαού (και όχι το μίσος όπως νομίζουν οι πολιτικοί μας) είναι ο θεματοφύλακας της Ιστορικής συνείδησης. Οι Αγώνες για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, οι σφαγές των αμάχων στην προκυμαία της Σμύρνης, η γενοκτονία των Αρμενίων, οι χαμένες αλύτρωτες πατρίδες της Ιωνίας και της Θράκης , οι διώξεις των Κούρδων, η διχοτόμηση της Κύπρου με τις γραμμές Αττίλα από τον Μπουλετ Ετσεβιτ, οι σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, οι αμέτρητοι λαθρομετανάστες, οι κατακτητικές βλέψεις της Τουρκίας στην Θράκη και το Αιγαίο και τέλος τα Ίμια είναι ολοζώντανα στην Ψυχή και δεν αφήνουν περιθώριο. Είναι αψευδείς μάρτυρες των διαχρονικών εγκλημάτων της Τουρκίας. Μιας χώρας που συμπεριφέρεται σαν τρομοκράτης και ποτέ σαν συντεταγμένο κράτος με Θεσμούς και Αρχές Δικαίου.
Αυτά είναι τα ουσιαστικά θέματα για τα οποία τα ασπόνδυλα της ελληνικής πολιτικής δεν μπορούν να μιλήσουν .
Ο Ερντογαν Εφέντης είναι σίγουρο ότι πίσω στην Τουρκία δεν θα βγάλει λέξη μπροστά στους παρατεταγμένους σπαθοφόρους Στρατηγούς του.
Αυτή δυστυχώς είναι η μια και μόνη αλήθεια. Είναι οι Στρατηγοί του στρατιωτικού Εθνικιστικού καθεστώτος της Τουρκίας που ήταν απόντες από την πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν.
Επομένως στην Ελλάδα ο Τούρκος Πρωθυπουργός μιλούσε χωρίς τους Ξενοδόχους του.
ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΣ
Η πολυπρόσωπη πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα είχε σαφώς μια αρχή και ένα τέλος.
Ήταν καλή η επίσκεψη γιατί για ακόμη μια φορά θα (επανά) ξεκινήσει η συνεργασία με την Τουρκία που πιθανόν κανείς να μην ξέρει που σταμάτησε. Επί πλέον όπως δήλωσαν υπεύθυνα κατά την διάρκεια της επίσκεψης δεν έγιναν διαπραγματεύσεις αλλά διμερείς συνεργασίες. Ίσως οι συγκυρίες δεν επιτρέπουν αυτήν την στιγμή τις «σε βάθος» συζητήσεις . Μπορεί όμως κάτι να μην ετοιμάστηκε καλά, κάποια πράγματα να έγιναν γρήγορα ή και πρόχειρα και βέβαια έγιναν προσπάθειες ώστε να γεμίσει το «πρόγραμμα» με επιτυχημένα διμερή «τραπέζια» συνεντεύξεων και επισκέψεων σε αξιοθέατα. Παρά ταύτα αρκετός αριθμός εγγράφων υπογράφτηκε εκατέρωθεν.
Όμως ο Ερντογάν στην Αθήνα απέτυχε.
Η Αθήνα δέχτηκε ένα «ανώτερο συμβούλιο» για διμερή διάλογο και υπέγραψε 21 αδιάφορες συνεργασίες που είναι χαρτιά και τίποτε άλλο. Το «κλίμα» δυστυχώς δεν διορθώθηκε. Η προηγηθείσα της επίσκεψης συνέντευξη Ερντογάν στο κρατικό κανάλι και οι νουθεσίες του για το πώς θα πρέπει να συμπεριφέρεται ο Ελληνικός Λαός και ακολούθως οι υποδείξεις προς τα ΜΜΕ και για το πώς θα πρέπει να εργάζεται η Αντιπολίτευση συνθέτουν ευθεία και ωμή επέμβαση(παρέμβαση) στο εσωτερικό της χώρας που πυροδότησαν αρνητικό κλίμα. Όλοι κατάλαβαν ότι εάν καθόμασταν ήσυχοι όπως μας υπέδειξε ο Τούρκος Εφέντης Ερντογάν ούτε μέχρι σήμερα δεν θα είχαμε αποτινάξει από τον τράχηλο μας τον τουρκικό ζυγό! Έτσι ουσιαστικά οι γείτονες ήρθαν και έφυγαν άπρακτοι. Οι Τούρκοι εξ άλλου δεν κάνουν διάλογο αλλά παζάρια. Πάντα ήταν ένα δώσε - πάρε.
Αλλαγή στάσης σημαίνει ότι ανοίγω τους ορίζοντες ξεπερνώντας τα «αγκάθια» του παρελθόντος. Αλλαγή στάσης σημαίνει «όχι ότι έχω πρόθεση» αλλά «ήρθα εδώ αποφασισμένος» να αλλάξω τον ρου της ιστορικής πορείας γιατί θα δημιουργήσουμε κάτι το διαφορετικό. Θα ξεκινήσουμε από εκεί που κανείς μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε. Αυτό βέβαια δεν έγινε.
Το πρώτο ξεκάθαρο λάθος βήμα ήταν η άρνηση του Τούρκου Πρωθυπουργού να αποτίσει φόρο τιμής και να καταθέσει «Στεφάνι» στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Και ναι μεν η Αθήνα κράτησε χαμηλούς τόνους σε αυτό το θέμα αλλά όλοι γνωρίζουν ότι οι Έλληνες πολιτικοί στεφανώνουν με λαμπρότητα στην Άγκυρα τον σφαγέα του Ελληνισμού Κεμάλ Ατατούρκ. Επομένως η Αθήνα έπρεπε να διαμηνύσει εξ αρχής ότι δεν επιθυμούμε μια επανάληψη παρωδιών εάν δεν γίνει αυτό «το διαφορετικό» πρώτο βήμα . Η αδιαλλαξία της Άγκυρας είναι λογική . Πυρηνικά με το Ιράν, καλές σχέσεις με το Ισραήλ, πετρέλαια με την Ρωσία και την Αμερική. Επομένως γιατί να αποτίσει «ενός λεπτού σιγή» στο Μνημείο του «Άγνωστου Στρατιώτη»; Όμως αυτό το αρχικό σημείο είχε σαν αποτέλεσμα όλα τα υπόλοιπα που ακολούθησαν να ολοκληρώσουν μια τυπική εκτός κλίματος επίσκεψη και τελικά να καταλήξουν σε ανούσιες δηλώσεις εκατέρωθεν ο μεν ένας στην Τουρκική γλώσσα ο δε Έλληνας εκ διασποράς Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών στην μητρική Αγγλική και σπασμένη Ελληνική . Είδαμε γλυκανάλατες φιλικές χειρονομίες χάριν της δημοσιότητας, γραφειοκρατικές διαδικασίες πρωτοκόλλου και γραφικότητες. Όπως αυτή της συνάντησης Ερντογάν, Μίκη Θεοδωράκη και Γιώργου Παπανδρέου με φόντο την Ακρόπολη και…τον αδελφό του Πρωθυπουργού ο οποίος δεν πρόφτασε να φύγει από το πλάνο και ο φακός τον αποθανάτισε να τρέχει να κρυφτεί! Έτσι φάνηκε από λάθος ότι η δυναστεία Παπανδρέου εργάζεται σήμερα βοηθώντας τον Πρωθυπουργό (αδέλφια, σύζυγος, δύο μάνες) στην άσκηση της πολιτικής και κανείς δεν ξεχνάει τελικά ότι το παλαιοκομματικό πολιτικό σύστημα και το «μαγαζί» έχουν στην Ελλάδα υπόσταση, λόγο και «ψωμί»(από την εποχή της Μαργαρίτας και της Δήμητρας)…
Το τέλος της επίσκεψης Ερντογαν παίχτηκε όπως αναμένονταν πάνω από το Αιγαίο. Ερντογάν και ΝΑΤΟ είναι νόμιμοι και κάνουν εγκεκριμένες στρατιωτικές ασκήσεις από το Αιγαίο μέχρι το Σούνιο και την Εύβοια άσχετα από την άποψη της συμμάχου και φίλης Ελλάδας.
Ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας όμως ξεχνάει πολύ εύκολα. Τι θα γίνονταν αλήθεια αν έπεφτε Τουρκικό μαχητικό στο Αιγαίο και όχι Ελληνικό πριν λίγα χρόνια; Αλήθεια δεν το χωράει ο νους μας. Όμως η Ελλάδα τα μάζεψε πίσω και κάνει τον χαζό , άφωνο, φίλο. Ως εδώ όμως. Η Ελλάδα δεν εκχωρεί και δεν παραχωρεί. Δεν πρέπει. Όσο πιο ξεκάθαρη είναι αυτή η άποψη τόσο η Ελλάδα θα μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίζει την Εθνική της Ακεραιότητα. Το βυθίσατε το Χώρα μέχρι το βυθίζουμε την Χώρα δεν απέχει και πολύ. Και επειδή οι πολιτικοί άντρες στην Ελλάδα τελούν πλέον υπό βαθιά αμφισβήτηση καλείται ο Ελληνικός Λαός να διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλμού την εδαφική του ακεραιότητα. Η εμπιστοσύνη προς τον διαπλεγμένο πολιτικό κόσμο είναι χαμένη προ πολλού. Το σάπιο πολιτικό σύστημα με τα ξύλινα πόδια κάνει αγώνα δρόμου και ψεύδους προκειμένου να επιβιώσει το ίδιο στην Εξουσία. Η εδαφική ακεραιότητα και τα υπόλοιπα είναι ψιλά γράμματα γι για τους μικροπολιτικούς μας.
Η θέληση του Ελληνικού Λαού (και όχι το μίσος όπως νομίζουν οι πολιτικοί μας) είναι ο θεματοφύλακας της Ιστορικής συνείδησης. Οι Αγώνες για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, οι σφαγές των αμάχων στην προκυμαία της Σμύρνης, η γενοκτονία των Αρμενίων, οι χαμένες αλύτρωτες πατρίδες της Ιωνίας και της Θράκης , οι διώξεις των Κούρδων, η διχοτόμηση της Κύπρου με τις γραμμές Αττίλα από τον Μπουλετ Ετσεβιτ, οι σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, οι αμέτρητοι λαθρομετανάστες, οι κατακτητικές βλέψεις της Τουρκίας στην Θράκη και το Αιγαίο και τέλος τα Ίμια είναι ολοζώντανα στην Ψυχή και δεν αφήνουν περιθώριο. Είναι αψευδείς μάρτυρες των διαχρονικών εγκλημάτων της Τουρκίας. Μιας χώρας που συμπεριφέρεται σαν τρομοκράτης και ποτέ σαν συντεταγμένο κράτος με Θεσμούς και Αρχές Δικαίου.
Αυτά είναι τα ουσιαστικά θέματα για τα οποία τα ασπόνδυλα της ελληνικής πολιτικής δεν μπορούν να μιλήσουν .
Ο Ερντογαν Εφέντης είναι σίγουρο ότι πίσω στην Τουρκία δεν θα βγάλει λέξη μπροστά στους παρατεταγμένους σπαθοφόρους Στρατηγούς του.
Αυτή δυστυχώς είναι η μια και μόνη αλήθεια. Είναι οι Στρατηγοί του στρατιωτικού Εθνικιστικού καθεστώτος της Τουρκίας που ήταν απόντες από την πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν.
Επομένως στην Ελλάδα ο Τούρκος Πρωθυπουργός μιλούσε χωρίς τους Ξενοδόχους του.
ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΣ
Donnerstag, 13. Mai 2010
ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ ΠΟΝΤΙΩΝ ΚΑΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ
ΗΜΕΡΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Σας καλούμε να παραστείτε στις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιήσει η Εύξεινος Λέσχη Ποντίων και Μικρασιατών νομού Τρικάλων εις Μνήμην της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ:
Παρασκευή 14 Μαΐου 2010: Κεντρική εκδήλωση στο Δημοτικό Κινηματοθέατρο Μύλου Ματσόπουλου, ώρα 20:30μμ
Ομιλητής θα είναι ο βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών για το έργο του «Ιστορία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου» και δις τιμηθείς από το Υπουργείο Εξωτερικών με Εύφημο Μνεία, ιστορικός κος Βλάσης Αγτζίδης, με θέμα «Η γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής και η διαχείριση του γεγονότος από τη "μητέρα-πατρίδα"»
Απότιση φόρου τιμής στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κκ Αλέξιο.
Τετάρτη 19 Μαΐου 2010: Αιμοδοσία στο Γενικό Νοσοκομείο Τρικάλων, ώρα 09:00πμ - 13:00μμ.
Κυριακή 23 Μάιου 2010: Αποκαλυπτήρια Μνημείου της Ευξείνου Λέσχης Ν.Τρικάλων για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας, Πλατεία Μικράς Ασίας (πλατεία Συνοικισμού), ώρα 11.00πμ
Συμμετοχή στις εκδηλώσεις της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
Με τιμή για το ΔΣ
Ο Πρόεδρος Η Γενική Γραμματέας
Αποστολίδης Κοσμάς Παπαδοπούλου Νόπη
ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ ΠΟΝΤΙΩΝ & ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ
ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ 28
ΤΡΙΚΑΛΑ - 42100
ΤΗΛ & fax : 2431074588
www.efxeinostrikala.livepage.gr
e-mail: pontiakostrikalon@yahoo.gr
Τηλέφωνα επικοινωνίας:
Σαββίδου Ελένη 6979085740
Παπαδοπούλου Νόπη 6978670067
Σας καλούμε να παραστείτε στις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιήσει η Εύξεινος Λέσχη Ποντίων και Μικρασιατών νομού Τρικάλων εις Μνήμην της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ:
Παρασκευή 14 Μαΐου 2010: Κεντρική εκδήλωση στο Δημοτικό Κινηματοθέατρο Μύλου Ματσόπουλου, ώρα 20:30μμ
Ομιλητής θα είναι ο βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών για το έργο του «Ιστορία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου» και δις τιμηθείς από το Υπουργείο Εξωτερικών με Εύφημο Μνεία, ιστορικός κος Βλάσης Αγτζίδης, με θέμα «Η γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής και η διαχείριση του γεγονότος από τη "μητέρα-πατρίδα"»
Απότιση φόρου τιμής στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κκ Αλέξιο.
Τετάρτη 19 Μαΐου 2010: Αιμοδοσία στο Γενικό Νοσοκομείο Τρικάλων, ώρα 09:00πμ - 13:00μμ.
Κυριακή 23 Μάιου 2010: Αποκαλυπτήρια Μνημείου της Ευξείνου Λέσχης Ν.Τρικάλων για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας, Πλατεία Μικράς Ασίας (πλατεία Συνοικισμού), ώρα 11.00πμ
Συμμετοχή στις εκδηλώσεις της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
Με τιμή για το ΔΣ
Ο Πρόεδρος Η Γενική Γραμματέας
Αποστολίδης Κοσμάς Παπαδοπούλου Νόπη
ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ ΠΟΝΤΙΩΝ & ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ
ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ 28
ΤΡΙΚΑΛΑ - 42100
ΤΗΛ & fax : 2431074588
www.efxeinostrikala.livepage.gr
e-mail: pontiakostrikalon@yahoo.gr
Τηλέφωνα επικοινωνίας:
Σαββίδου Ελένη 6979085740
Παπαδοπούλου Νόπη 6978670067
Επιστολή του Δαμιανού Βασιλειάδη
ΔΗΛΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ
ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ, ΠΟΝΤΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΣΥΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΟΥΗΔΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΤΑΓΙΠ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΝ ΜΑΪΟ
Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Κογκρέσου των Η.Π.Α. στις 4/3/2010, καθώς και η αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, Ποντίων και Ασσυροχαλδαίων από την Σουηδική Βουλή στις 12/3/2010, αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός, όχι μόνο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που υπέστησαν την Γενοκτονία, κυρίως Αρμενίους και Ποντίους, αλλά και για όλη την ανθρωπότητα.
Αυτό που συνέβη στους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Τουρκίας κατά τα έτη 1914-1923, για να μην ανατρέξουμε παλαιότερα, αποτελεί τη μεθοδευμένη και συστηματική εξολόθρευση, μερική ή ολική μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σύμφωνα με τον ορισμό της Γενοκτονίας, ο οποίος καθιερώθηκε μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης και αναγνωρίστηκε παγκοσμίως, με πρόταση της Διεθνούς Ένωσης Μελετητών Γενοκτονίας (IAGS).
Με την λέξη Γενοκτονία ταυτίζεται συνειρμικά όχι μόνο η Γενοκτονία των Αρμενίων (στις 24 Απριλίου), των Ποντίων (στις 19 Μαΐου), αλλά και οι Γενοκτονίες που ακολούθησαν στην Ευρώπη από τους ναζί κ.λπ., οι οποίες θεωρητικά και πρακτικά ενσωμάτωσαν και διεύρυναν τις πρακτικές των νεότουρκων και κεμαλιστών.
Η Ελληνική αλλά και η Κυπριακή Βουλή καθιέρωσαν από το 1994 την 19 Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας 353.000 Ελλήνων του Πόντου, κυρίως κατά την περίοδο 1916-23. Είχε ήδη προηγηθεί από την Κυπριακή Βουλή η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων το 1982, για να ακολουθήσει, με μεγάλη καθυστέρηση, η Βουλή των Ελλήνων το 1996.Η Ευρωβουλή, από τη δική της πλευρά αναγνώρισε ήδη από το 1987 την Γενοκτονία των Αρμενίων και σε επόμενα ψηφίσματά της κάνει μνεία στην Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και των Ασσυρίων. Τέλος, η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονίας ενέκρινε στις 15 Δεκεμβρίου 2007 ψήφισμα για την Γενοκτονία των Ποντίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων της Ανατολίας, με το οποίο καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις Γενοκτονίες που διέπραξε απέναντι στους ιστορικούς λαούς της Μικράς Ασίας.
Έως σήμερα 23 χώρες έχουν αναγνωρίσει την Γενοκτονία των Αρμενίων, ενώ σε αρκετές έχουν συντελεστεί σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Είναι προφανές, ότι η Γενοκτονία την οποία υπέστησαν οι ιστορικοί λαοί της Μικράς Ασίας από τους νεότουρκους και τους κεμαλιστές δεν αποτελεί ένα απλό αρνητικό ιστορικό συμβάν. Η ηθική διάσταση της μνήμης είχε και έχει για κάθε άνθρωπο ή ευρύτερο σύνολο πάντα ένα ουσιαστικό περιεχόμενο.
Ειδικότερα όμως για εμάς, αποκτά ένα ιδιαίτερα δραματικό περιεχόμενο, στον βαθμό που εμείς οι ίδιοι ως Έλληνες έχουμε υποστεί θανάσιμα πλήγματα που ταυτίζονται με την εξολόθρευση ολόκληρων πληθυσμών και την απώλεια ιστορικών εδαφών στον Πόντο, την Μικρά Ασία, την Θράκη και την Κύπρο.
Κι ενώ ο καθένας μας θα περίμενε την ανάδειξη του ζητήματος ως ύψιστη προτεραιότητα της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής, την διαρκή και ασίγαστη προσπάθεια και πάλη για να αποκατασταθεί έστω και καθυστερημένα η μνήμη εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών μας, έκπληκτος παρατηρεί όχι μόνον την εγκατάλειψη του όλου ζητήματος, αλλά και την συνειδητή συγκάλυψη, αποσιώπηση ή στρέβλωση και των υπαρκτών γεγονότων και δράσεων όταν πράγματι αυτές συντελούνται.
Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς την εκκωφαντική σιωπή, της όχι μόνον δεδηλωμένα φίλα προσκείμενης προς την «σύμμαχον» Τουρκία Ελληνικής Κυβέρνησης που ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον Μάιο τον νεοοθωμανό πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και ολόκληρης, σχεδόν, της αντιπολίτευσης, δεξιάς και αριστεράς. Δεν είναι απορίας άξιον λ.χ.
ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής αριστεράς να υψώνει στεντόρια φωνή διαμαρτυρίας για κάθε παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα και όπου γης και να κρατάει αυτήν την χαρακτηριστικά απαξιωτική και ένοχα σιωπηρή στάση απέναντι σε ολόκληρα φαινόμενα Γενοκτονίας, όταν για παράδειγμα στην ίδια την Σουηδία η Γενοκτονία των ιστορικών λαών της Μικράς Ασίας ανεγνωρίσθη κυρίως χάρη στην στάση της σουηδικής αριστεράς;
Ως Έλληνες πολίτες, ευαισθητοποιημένοι στα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα, ζητούμε από την ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα, τις οργανώσεις και τους συμπολίτες μας να κάνουν το χρέος τους.
Όσοι πραγματικά πιστεύουν και στοχεύουν στην συμφιλίωση και αδελφοσύνη των λαών οφείλουν να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να αναγνωριστεί από όλες τις κυβερνήσεις του κόσμου, και φυσικά και από τους ίδιους τους Τούρκους, η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, των Αρμενίων και των Ασσυρίων .
Η Τουρκία οφείλει όχι μόνον τύποις να αναγνωρίσει την ιστορική αυτή πραγματικότητα, αλλά και να εγκαταλείψει δια παντός την επεκτατική και ρατσιστική πολιτική που ακολουθεί, όχι μόνο στους γύρω της λαούς, έθνη και κράτη της περιοχής, αλλά και τους ίδιους τους λαούς που την συγκροτούν ως σύγχρονο κράτος.
Τότε και μόνο τότε θα υπάρξει δυνατότητα να ανοίξει ο δρόμος για μια γνήσια και όχι επίπλαστη και υποκριτική ελληνοτουρκική φιλία, απόδειξη υποτέλειας και εθελοδουλείας, που οδηγεί σε νέες καταστροφές.
Σε αυτή την διαρκή αναζήτηση του νοήματος της ελευθερίας, σε αυτόν τον άνισο αγώνα της μνήμης ενάντια στην λήθη οι νεκροί είναι πάντα παρόντες και απαιτούν την δικαίωσή τους.
ΟΙ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΕΣ
Αβανέα Αγάθη, δημοσιογράφος, Αβανέας Γιάννης, νομικός-γραφολόγος, Αγαμπατιάν Σέρκος, ασφαλιστής, Αγγέλης Κωνσταντίνος, κοινωνιολόγος, Αλευρομάγειρος Δημήτρης, στρατηγός ε.α., Αξελός Λουκάς, συγγραφέας, Ασημακόπουλος Βασίλης, δικηγόρος, Βασιλειάδη Αγάπη, βιβλιοθηκονόμος, Βασιλειάδη Μάρθα, καθηγήτρια, Βασιλειάδης Δαμιανός, εκπαιδευτικός, Βασιλικόπουλος Κρίτων, πρ. μέλος ΚΕ ΠΑΣΟΚ, Γεωργόπουλος Δημοσθένης, οικονομολόγος, Γιουνανίδης Ιωάννης, δημόσιος υπάλληλος, Δημητρόπουλος Κώστας, κοινωνιολόγος, Θεοδωρίδης Μανώλης, κτηνίατρος, Θεοχάρης Νικηφόρος-Ιωάννης, κινηματογραφιστής, Θεοχάρης Τίμος, πολιτικός επιστήμων, Ιορδανίδου Σοφία, δημοσιογράφος-σύμβουλος επικοινωνίας, Ιωαννάς Φώτιος, συνταξιούχος, Καργιώτης Γιάννης, γεωπόνος, Κασσεσιάν Ιωσήφ, οδοντίατρος, Κατριβάνος Μανώλης, γεωλόγος-εκπαιδευτικός, Κατσικοκέρη-Φωτιάδη Αθανασία, δικηγόρος, Κιουσάμπας Ιωάννης, τεχνικός, Κλωνιζάκης Μιλτιάδης, μέλος Δ.Ε.ΤΕΕ-ΤΔ Κρήτης, Κουνναμάς Γρηγόρης, ναυπηγός, Κουτσαφτής Γιάννης, εκδότης, Κρεζία-Θεοχάρη Βάσια, λογίστρια, Κωνσταντινίδης Λευτέρης (Θεσ/νίκη), πρ. βουλευτής ΠΑΣΟΚ, Κωνσταντινίδης Λευτέρης (Κύπρος), εκδ. εφημ. «Αγωνιστική Έκφραση», Λαγός Βασίλης, πολιτικός μηχανικός, Λαμπρόπουλος Γιώργος, δημόσιος υπάλληλος, Μολυβιάτης-Σταματούκος Θανάσης, πρ. μέλος Κ.Σ. ΕΦΕΕ, Μουτζουρίδης Μιχάλης, επ. εκδόσεων, Μπάλτος Χρήστος, μηχανικός Η/Υ, Μπατσάρας Κυριάκος, πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Ασσυρίων, Μπίμπασης Χρήστος, δημοτικός σύμβουλος Χέρσου Κιλκίς, Μπίσια Κωνσταντίνα, φιλόλογος, Μποκόρος Κώστας, στέλεχος επιχειρήσεων, Νικολόπουλος Ηλίας, καθηγητής ΤΕΙ, Οκάρο Πέτρος, οδοντοτεχνίτης, Οράν Αβράμ, γλύπτης, Πανάγος Παναγιώτης, οικονομολόγος, Πανταζίδης Τάσος, συνδικαλιστής ΟΤΑ, Παντούλας Θεόδωρος, εκδ. περ. «Μανιφέστο», Παπαγιαννόπουλος Γιώργος, αρχιτέκτων, Πατσάρας Ανδρέας, έμπορος, Σερβού Μαγδαληνή, εκπαιδευτικός, Τουμανίδης Παύλος, μέλος ΔΣ ΟΣΠΑ, Τσαλουχίδης Γεώργιος, πτέραρχος ε.α., Φακίτσας Λάμπρος, έμπορος, Φωτιάδης Γιώργος, φαρμακοποιός, Χαϊτίδης Στάθης, οδοντίατρος, Χατζηπαύλου Παύλος, χημικός, Ψάλλας Αλέκος, συνταξιούχος.
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ
ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ, ΠΟΝΤΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΣΥΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΟΥΗΔΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΤΑΓΙΠ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΝ ΜΑΪΟ
Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Κογκρέσου των Η.Π.Α. στις 4/3/2010, καθώς και η αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, Ποντίων και Ασσυροχαλδαίων από την Σουηδική Βουλή στις 12/3/2010, αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός, όχι μόνο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που υπέστησαν την Γενοκτονία, κυρίως Αρμενίους και Ποντίους, αλλά και για όλη την ανθρωπότητα.
Αυτό που συνέβη στους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Τουρκίας κατά τα έτη 1914-1923, για να μην ανατρέξουμε παλαιότερα, αποτελεί τη μεθοδευμένη και συστηματική εξολόθρευση, μερική ή ολική μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σύμφωνα με τον ορισμό της Γενοκτονίας, ο οποίος καθιερώθηκε μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης και αναγνωρίστηκε παγκοσμίως, με πρόταση της Διεθνούς Ένωσης Μελετητών Γενοκτονίας (IAGS).
Με την λέξη Γενοκτονία ταυτίζεται συνειρμικά όχι μόνο η Γενοκτονία των Αρμενίων (στις 24 Απριλίου), των Ποντίων (στις 19 Μαΐου), αλλά και οι Γενοκτονίες που ακολούθησαν στην Ευρώπη από τους ναζί κ.λπ., οι οποίες θεωρητικά και πρακτικά ενσωμάτωσαν και διεύρυναν τις πρακτικές των νεότουρκων και κεμαλιστών.
Η Ελληνική αλλά και η Κυπριακή Βουλή καθιέρωσαν από το 1994 την 19 Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας 353.000 Ελλήνων του Πόντου, κυρίως κατά την περίοδο 1916-23. Είχε ήδη προηγηθεί από την Κυπριακή Βουλή η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων το 1982, για να ακολουθήσει, με μεγάλη καθυστέρηση, η Βουλή των Ελλήνων το 1996.Η Ευρωβουλή, από τη δική της πλευρά αναγνώρισε ήδη από το 1987 την Γενοκτονία των Αρμενίων και σε επόμενα ψηφίσματά της κάνει μνεία στην Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και των Ασσυρίων. Τέλος, η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονίας ενέκρινε στις 15 Δεκεμβρίου 2007 ψήφισμα για την Γενοκτονία των Ποντίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων της Ανατολίας, με το οποίο καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις Γενοκτονίες που διέπραξε απέναντι στους ιστορικούς λαούς της Μικράς Ασίας.
Έως σήμερα 23 χώρες έχουν αναγνωρίσει την Γενοκτονία των Αρμενίων, ενώ σε αρκετές έχουν συντελεστεί σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Είναι προφανές, ότι η Γενοκτονία την οποία υπέστησαν οι ιστορικοί λαοί της Μικράς Ασίας από τους νεότουρκους και τους κεμαλιστές δεν αποτελεί ένα απλό αρνητικό ιστορικό συμβάν. Η ηθική διάσταση της μνήμης είχε και έχει για κάθε άνθρωπο ή ευρύτερο σύνολο πάντα ένα ουσιαστικό περιεχόμενο.
Ειδικότερα όμως για εμάς, αποκτά ένα ιδιαίτερα δραματικό περιεχόμενο, στον βαθμό που εμείς οι ίδιοι ως Έλληνες έχουμε υποστεί θανάσιμα πλήγματα που ταυτίζονται με την εξολόθρευση ολόκληρων πληθυσμών και την απώλεια ιστορικών εδαφών στον Πόντο, την Μικρά Ασία, την Θράκη και την Κύπρο.
Κι ενώ ο καθένας μας θα περίμενε την ανάδειξη του ζητήματος ως ύψιστη προτεραιότητα της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής, την διαρκή και ασίγαστη προσπάθεια και πάλη για να αποκατασταθεί έστω και καθυστερημένα η μνήμη εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών μας, έκπληκτος παρατηρεί όχι μόνον την εγκατάλειψη του όλου ζητήματος, αλλά και την συνειδητή συγκάλυψη, αποσιώπηση ή στρέβλωση και των υπαρκτών γεγονότων και δράσεων όταν πράγματι αυτές συντελούνται.
Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς την εκκωφαντική σιωπή, της όχι μόνον δεδηλωμένα φίλα προσκείμενης προς την «σύμμαχον» Τουρκία Ελληνικής Κυβέρνησης που ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον Μάιο τον νεοοθωμανό πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και ολόκληρης, σχεδόν, της αντιπολίτευσης, δεξιάς και αριστεράς. Δεν είναι απορίας άξιον λ.χ.
ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής αριστεράς να υψώνει στεντόρια φωνή διαμαρτυρίας για κάθε παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα και όπου γης και να κρατάει αυτήν την χαρακτηριστικά απαξιωτική και ένοχα σιωπηρή στάση απέναντι σε ολόκληρα φαινόμενα Γενοκτονίας, όταν για παράδειγμα στην ίδια την Σουηδία η Γενοκτονία των ιστορικών λαών της Μικράς Ασίας ανεγνωρίσθη κυρίως χάρη στην στάση της σουηδικής αριστεράς;
Ως Έλληνες πολίτες, ευαισθητοποιημένοι στα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα, ζητούμε από την ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα, τις οργανώσεις και τους συμπολίτες μας να κάνουν το χρέος τους.
Όσοι πραγματικά πιστεύουν και στοχεύουν στην συμφιλίωση και αδελφοσύνη των λαών οφείλουν να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να αναγνωριστεί από όλες τις κυβερνήσεις του κόσμου, και φυσικά και από τους ίδιους τους Τούρκους, η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, των Αρμενίων και των Ασσυρίων .
Η Τουρκία οφείλει όχι μόνον τύποις να αναγνωρίσει την ιστορική αυτή πραγματικότητα, αλλά και να εγκαταλείψει δια παντός την επεκτατική και ρατσιστική πολιτική που ακολουθεί, όχι μόνο στους γύρω της λαούς, έθνη και κράτη της περιοχής, αλλά και τους ίδιους τους λαούς που την συγκροτούν ως σύγχρονο κράτος.
Τότε και μόνο τότε θα υπάρξει δυνατότητα να ανοίξει ο δρόμος για μια γνήσια και όχι επίπλαστη και υποκριτική ελληνοτουρκική φιλία, απόδειξη υποτέλειας και εθελοδουλείας, που οδηγεί σε νέες καταστροφές.
Σε αυτή την διαρκή αναζήτηση του νοήματος της ελευθερίας, σε αυτόν τον άνισο αγώνα της μνήμης ενάντια στην λήθη οι νεκροί είναι πάντα παρόντες και απαιτούν την δικαίωσή τους.
ΟΙ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΕΣ
Αβανέα Αγάθη, δημοσιογράφος, Αβανέας Γιάννης, νομικός-γραφολόγος, Αγαμπατιάν Σέρκος, ασφαλιστής, Αγγέλης Κωνσταντίνος, κοινωνιολόγος, Αλευρομάγειρος Δημήτρης, στρατηγός ε.α., Αξελός Λουκάς, συγγραφέας, Ασημακόπουλος Βασίλης, δικηγόρος, Βασιλειάδη Αγάπη, βιβλιοθηκονόμος, Βασιλειάδη Μάρθα, καθηγήτρια, Βασιλειάδης Δαμιανός, εκπαιδευτικός, Βασιλικόπουλος Κρίτων, πρ. μέλος ΚΕ ΠΑΣΟΚ, Γεωργόπουλος Δημοσθένης, οικονομολόγος, Γιουνανίδης Ιωάννης, δημόσιος υπάλληλος, Δημητρόπουλος Κώστας, κοινωνιολόγος, Θεοδωρίδης Μανώλης, κτηνίατρος, Θεοχάρης Νικηφόρος-Ιωάννης, κινηματογραφιστής, Θεοχάρης Τίμος, πολιτικός επιστήμων, Ιορδανίδου Σοφία, δημοσιογράφος-σύμβουλος επικοινωνίας, Ιωαννάς Φώτιος, συνταξιούχος, Καργιώτης Γιάννης, γεωπόνος, Κασσεσιάν Ιωσήφ, οδοντίατρος, Κατριβάνος Μανώλης, γεωλόγος-εκπαιδευτικός, Κατσικοκέρη-Φωτιάδη Αθανασία, δικηγόρος, Κιουσάμπας Ιωάννης, τεχνικός, Κλωνιζάκης Μιλτιάδης, μέλος Δ.Ε.ΤΕΕ-ΤΔ Κρήτης, Κουνναμάς Γρηγόρης, ναυπηγός, Κουτσαφτής Γιάννης, εκδότης, Κρεζία-Θεοχάρη Βάσια, λογίστρια, Κωνσταντινίδης Λευτέρης (Θεσ/νίκη), πρ. βουλευτής ΠΑΣΟΚ, Κωνσταντινίδης Λευτέρης (Κύπρος), εκδ. εφημ. «Αγωνιστική Έκφραση», Λαγός Βασίλης, πολιτικός μηχανικός, Λαμπρόπουλος Γιώργος, δημόσιος υπάλληλος, Μολυβιάτης-Σταματούκος Θανάσης, πρ. μέλος Κ.Σ. ΕΦΕΕ, Μουτζουρίδης Μιχάλης, επ. εκδόσεων, Μπάλτος Χρήστος, μηχανικός Η/Υ, Μπατσάρας Κυριάκος, πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Ασσυρίων, Μπίμπασης Χρήστος, δημοτικός σύμβουλος Χέρσου Κιλκίς, Μπίσια Κωνσταντίνα, φιλόλογος, Μποκόρος Κώστας, στέλεχος επιχειρήσεων, Νικολόπουλος Ηλίας, καθηγητής ΤΕΙ, Οκάρο Πέτρος, οδοντοτεχνίτης, Οράν Αβράμ, γλύπτης, Πανάγος Παναγιώτης, οικονομολόγος, Πανταζίδης Τάσος, συνδικαλιστής ΟΤΑ, Παντούλας Θεόδωρος, εκδ. περ. «Μανιφέστο», Παπαγιαννόπουλος Γιώργος, αρχιτέκτων, Πατσάρας Ανδρέας, έμπορος, Σερβού Μαγδαληνή, εκπαιδευτικός, Τουμανίδης Παύλος, μέλος ΔΣ ΟΣΠΑ, Τσαλουχίδης Γεώργιος, πτέραρχος ε.α., Φακίτσας Λάμπρος, έμπορος, Φωτιάδης Γιώργος, φαρμακοποιός, Χαϊτίδης Στάθης, οδοντίατρος, Χατζηπαύλου Παύλος, χημικός, Ψάλλας Αλέκος, συνταξιούχος.
Donnerstag, 6. Mai 2010
Abonnieren
Posts (Atom)